Παρακολουθώ με μεγάλο ενδιαφέρον, όπως και οι περισσότεροι Ελληνες, τις εξελίξεις στην διαπραγμάτευση της νέας κυβέρνησης με τους εταίρους για το θέμα του χρέους και τολμώ να ομολογήσω ότι νοιώθω περισσότερο υπερηφάνεια παρά φόβο.
Οι εταίροι-δανειστές μας και κυρίως οι Γερμανοί, παραμένουν προσκολημένοι σε μία αδιέξοδη πολιτική και αντιμετωπίζουν την προσπάθεια επαναδιαπραγμάτευσης της δανειακής μας σύμβασης με τιμωρητική διάθεση και πρόθεση παραδειγματισμού των υπολοίπων που θα τολμήσουν να κάνουν το ίδιο.
Τα όπλα της κυβέρνησης σε αυτήν την διαπραγμάτευση είναι πολλά, με βασικότερο την αποτυχία του υφιστάμενου προγράμματος. Οι δυσκολίες, επίσης πολλές, με σημαντικότερη την απροθυμία των εταίρων μας να παραδεχθούν την αποτυχία του προγράμματος, καθώς δεν έχουν εναλλακτική πρόταση σύμφωνη με τις νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις τους.
Τα επιχειρήματα της Ελλάδος στην διαπραγμάτευση με τους εταίρους μας, θα πρέπει να επικεντρωθούν :
1. στην αποτυχία της εφαρμοζόμενης οικονομικής πολιτικής στην Ευρώπη (και κατά συνέπεια στην Ελλάδα) και
2. στην δυνατότητα της χώρας να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της, μόνο αν ακολουθήσει άλλη οικονομική πολιτική.
Πρέπει να υποστηριχθεί ότι η αδυναμία της Ελλάδος να διαχειρισθεί το χρέος της, είναι αποτέλεσμα κυρίως της πολιτικής της λιτότητας η οποία ανακυκλώνει την ύφεση και δευτερευόντως των εσωτερικών δυσλειτουργιών της χώρας, που έχουμε πρόθεση να βελτιώσουμε.
Τα επιχειρήματα του Τσίπρα, θα πρέπει να παρατεθούν, ξεκινώντας απο την αντιμετώπιση του γενικού προβλήματος (ύφεση της Ευρωπαϊκής οικονομίας) και να καταλήξουν στην επίλυση του Ελληνικού προβλήματος.
Οσον αφορά το πρώτο, ο Τσίπρας πρέπει να αξιοποιήσει το γεγονός ότι κάθε μέρα, όλο και περισσότεροι Ευρωπαίοι αντιλαμβάνονται ότι η εμμονή της Γερμανίας στην λιτότητα και τον αποπληθωρισμό είναι αδιέξοδη και με καταστροφικά αποτελέσματα για την Ευρωπαϊκή οικονομία. Επιπλέον, αντιλαμβάνονται ότι η πολιτική αυτή αποικοδομεί το κράτος πρόνοιας και αλληλεγγύης, στο οποίο στηρίχθηκε το Ευρωπαϊκό ιδεώδες, επηρεάζοντας αναπόφευκτα και τους δημοκρατικούς θεσμούς της ηπείρου μας. Η Ευρωπαϊκή ιδέα δεν στηρίχθηκε ούτε στην ισχύ, ούτε στην χωρίς κανόνες ανταγωνιστικότητα, ούτε στην αντιπαράθεση με κάθε διαφορετική αντίληψη. Στηρίχθηκε στην ισονομία και στην ισοπολιτεία, στην αλληλεγγύη και στον σεβασμό της διαφορετικότητας. Η Ευρώπη χωρίς αυτές τις αξίες, θα μετατραπεί σε φεουδαρχική συνομοσπονδία κρατών, όπου θα βασιλεύει το δίκαιο του ισχυρού και οι λαοί θα ζούν εξαθλιωμένα.
Η διαπραγμάτευση αυτή είναι ευκαιρία επαναπροσδιορισμού της οντότητας της Ευρώπης, όχι μόνο σαν οικονομικής δύναμης αλλά και σαν φορέα παγκόσμιου πολιτισμού και αξιών. Είμαι βέβαιος, ότι η προσέγγιση αυτή έχει αρκετούς υποστηρικτές ανάμεσα στούς ηγέτες της Ευρώπης και η προσεκτική παράθεση της, ίσως κινητοποιήσει θετικά αντανακλαστικά. Μήν ξεχνάμε, ότι η νίκη του Συριζα ασκεί μιά γοητεία σε κάποιες ομάδες Ευρωπαίων (σοσιαλιστές, νέοι κλπ) ενώ αρκετοί άλλοι, δυσαρεστημένοι απο την οικονομική και κοινωνική υποβάθμιση, δεν θα έβλεπαν με κακό μάτι μία ενναλλακτική λύση. Σε κάθε περίπτωση, πιστεύω ότι οι θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη, αντιλαμβάνονται ότι η ανάληψη της εξουσίας απο ένα αριστερό κόμμα σε μιά χώρα της ΕΕ, κρούει το καμπανάκι του κοινωνικού αδιεξόδου και ελοχεύει τον κίνδυνο επέκτασης και σε άλλες χώρες.
Οσον αφορά την χώρα μας, πιστεύω ότι τα όπλα της νέας κυβέρνησης στην διαπραγμέτευση είναι :
- η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και διαφθοράς, που ήταν μόνιμη εμμονή των εταίρων τα χρόνια του μνημονίου. Η νέα κυβέρνηση μπορεί να χρησιμοποιήσει με αξιώσεις το επιχείρημα, ότι είναι η μόνη κυβέρνηση των τελευταίων χρόνων που μπορεί να λύσει το πρόβλημα, καθώς δεν έχει δεσμεύσεις, ούτε εξαρτήσεις από τα οικονομικά κέντρα ή τις συντεχνίες που βαρύνονται με φοροδιαφυγή και διαφθορά.
- η αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης. Επιχείρημα με σημαντική δόση αξιοπιστίας καθώς ο Συριζα κατέκρινε διαρκώς το πελατειακό κράτος και επικαλούταν την μείωση της γραφειοκρατίας και την εξυπηρέτηση του πολίτη. Φυσικά, θα πρέπει να ξεπεράσει τις ιδεοληψίες κάποιας μερίδας του κόμματος περί κρατισμού και παραγωγικότητας και να αποδείξει ότι επιθυμεί αποτελεσματική δημόσια διοίκηση.
- η διατήρηση των γεωστρατηγικών ισορροπιών στην περιοχή. Οι αναταράξεις στην περιοχή μας (Συρία, Ουκρανία κλπ) και η ρευστότητα που δημιουργούν, αναβαθμίζει τήν γεωπολιτική θέση της χώρας, δίνοντας διαπραγματευτικό πλεονέκτημα. Η προστασία των συμφερόντων της χώρας είναι μιά έννοια συνειφασμένη με την ευρωπαϊκή διπλωματία, ενώ ταυτόχρονα είναι απόλυτα κατανοητό στους εταίρους μας, ότι οι συμμαχίες μπορεί να αλλάξουν ενώ τα συμφέροντα είναι πάντα σταθερά. Οι ΗΠΑ προσπαθούν να αναβαθμίσουν τον ρόλο τους στην περιοχή, το ίδιο και η Ρωσσία, επιδιώκοντας και οι δύο γεωστρατηγική αναθεώρηση υπέρ των συμφερόντων τους. Η εξεύρεση υδρογονανθράκων στην χώρα μας και ο ανταγωνισμός των αγωγών στην περιοχή μας ενισχύουν το επιχείρημα αυτό.
- η αποτυχία του υφιστάμενου προγράμματος, όχι μόνο επειδή προκάλεσε ανθρωπιστική κρίση στην χώρα και εκτίναξε τα ποσοστά ανεργίας, αλλά κυρίως γιατί δεν βελτίωσε κανέναν απο τους δείκτες που επικαλούταν. Το δημόσιο χρέος αυξήθηκε, η ανάπτυξη δεν ήρθε, το ισοζύγιο εξαγωγών-εισαγωγών δεν βελτιώθηκε και νέες επενδύσεις δεν πραγματοποιήθηκαν. Το μνημόνιο ήταν μία αποτυχία με όποιους όρους και αν το κρίνεις, κοινωνικούς ή οικονομικούς.
Ο μέν Ολάντ, ώς πρόεδρος της δεύτερης ισχυρότερης χώρας της ΕΕ, προσπαθεί να διατηρήσει τον ρόλο του ως συνδιαχειριστή της ΕΕ με την Γερμανία, με φθίνουσα επιτυχία και αυξανόμενα προβλήματα. Γνωρίζει πολύ καλά, ότι η συνέχιση της πολιτικής λιτότητας θα πλήξει σε σύντομο χρονικό διάστημα και την Γαλλία, απο την οποία πιθανώς να ζητηθούν μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής, που φυσικά δεν επιθυμεί. Η πρόταση αλλαγής της εφαρμοζόμενης πολιτικής απο άλλο μέλος της ΕΕ (πχ. Ελλάδα) τον βολεύει, αλλά ταυτόχρονα δεν θέλει να ταχθεί - τουλάχιστον φανερά- σε μιά συμμαχία εναντίον της Γερμανίας. Επιπλέον, γνωρίζει ότι και το προσωπικό πολιτικό του μέλλον εξαρτάται απο την εξέλιξη της οικονομικής πολιτικής της ΕΕ, καθώς αντιστροφή των εφαρμοζόμενων πολιτικών θα οδηγήσει σε βελτίωση της Γαλλικής οικονομίας και πιθανότατα σε μιά δεύτερη θητεία στο προεδρικό μέγαρο.
Ο δέ Γιουνγκέρ, με τον θεσμικό του ρόλο ως πρόεδρος της Ευρωπαϊκής επιτροπής αλλά και με την μακρά πολτική του ιστορία στο λαϊκό κόμμα, είναι ίσως ο μόνος που μπορεί να επηρεάσσει τις τιμωρητικές ιδεοληψίες της Γερμανίας, προβάλλοντας απόψεις που βρίσκονται πιό κοντά στά ευρωπαϊκά ιδεώδη.
Οι ισορροπίες είναι πολύ λεπτές και οι χειρισμοί ιδιαίτερα ευαίσθητοι. Η κυβέρνηση πρέπει να πείσει τους εταίρους μας, ότι οι προτάσεις της στοχεύουν πρωτίστως στην βελτίωση της Ευρωπαϊκής οικονομίας και δευτερευόντως στην επίλυση των προβλημάτων της Ελλάδος. Πρέπει να τους πείσουν ότι λειτουργούν ώς Ευρωπαίοι και όχι ως Ελληνες. Σε τελευταία ανάλυση, η Ευρώπη είναι δική μας, τουλάχιστον όσο είναι των Γερμανών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου