Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2013

η Γερμανική κυριαρχία και τα Ράιχ

Στα τέλη του 6ου μ.Χ. αιώνα,  η κάθοδος των γερμανικών φυλών στην Ευρώπη έχει ολοκληρωθεί και το δυτικό τμήμα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας έχει ήδη διαλυθεί.  Ο «αρχαίος κόσμος» έχει καταλυθεί και τα περισσότερα μνημεία της αρχαιότητας στην Ιταλική χερσόνησο και τον Ελλαδικό χώρο, έχουν καταστραφεί. Ο πληθυσμός της Ευρώπης έχει αλλοιωθεί και οι Γερμανοί κυριαρχούν στο μεγαλύτερο μέρος της. Οι περισσότεροι αρχαίοι λαοί (Κέλτες, Ιλλυριοί, Ρωμαίοι, Δάκες κλπ) έχουν εκγερμανισθεί σε μεγάλο βαθμό, παραμένοντας ως κοιτίδες σε απρόσιτες (Σκωτία) ή διαφιλονικούμενες (Νότιος Ιταλία) περιοχές.

Στην ανατολική Ευρώπη κυριαρχεί η Βυζαντινή αυτοκρατορία, η οποία ενσωμάτωσε την χριστιανική θρησκεία στο ρωμαϊκό δίκαιο και τρόπο διοίκησης, διατηρώντας ταυτόχρονα αρκετά στοιχεία των παραδόσεων του Ελληνορωμαϊκού πολιτισμού. Οι Βυζαντινοί θεωρούν τον εαυτό τους συνεχιστές της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και έχουν διατηρήσει τους τίτλους και τα  ονόματα της.

Αντίθετα, η δυτική Ευρώπη είναι διάσπαρτη από μικρά βασίλεια, τα οποία προσπαθούν να επιβιώσουν και να επεκταθούν, στηριζόμενα στο θεσμό του φέουδου, δηλαδή της υποτέλειας σε κάποιον ισχυρότερο έναντι φόρων και προστασίας.

Η έννοια του έθνους είναι ασαφής αυτή την περίοδο. Στην δύση υπάρχουν οι γερμανικοί πληθυσμοί με συνείδηση μάλλον φυλετική παρά εθνική, που συνήθως ταυτίζεται με τον ηγεμόνα. Τα υπολείμματα των ρωμαϊκών και κελτικών πληθυσμών, έχοντας βρεθεί σε κατάσταση υποτέλειας, αποδέχονται αναγκαστικά τα νέα διοικητικά σχήματα. Οι ηγεμονίες (βασίλεια, πριγκιπάτα, δουκάτα κλπ) που δημιουργούνται, μεταβάλλονται ανάλογα με την ισχύ ή τα συμφέροντα των ηγεμόνων και σχετίζονται περισσότερο με τις μεταξύ τους σχέσεις, παρά με φυλετικά χαρακτηριστικά. Η προσπάθεια συνένωσης τους απέχει πολύ από την συγκρότηση ενιαίου κράτους και περιορίζεται στην υποδούλωση του γειτονικού πολέμαρχου, με μόνο στόχο την αύξηση της ισχύος του ηγεμόνα.

Αντίστοιχα, στην ανατολή κυριαρχεί η συνείδηση του χριστιανού «Ρωμαίου πολίτη», υπηκόου μιας ενιαίας και οργανωμένης πολυεθνικής αυτοκρατορίας, ενώ κάθε σχέση με την αρχαία Ελλάδα βρίσκεται υπό διωγμό. Η λέξη Έλλην έχει ταυτισθεί με την θρησκεία του 12-θεου και οι περισσότεροι Έλληνες σταματούν να την χρησιμοποιούν. Η εθνική συνείδηση των Ελλήνων καθυποτάσσεται από την χριστιανική πίστη, που κηρύττει την παγκοσμιοποιημένη ιδεολογία της εποχής.   

Στην δύση, οι επόμενοι πέντε αιώνες κυλούν με πολέμους, διασπάσεις και συνενώσεις των γερμανικών βασιλείων, με ταυτόχρονο μετασχηματισμό των πληθυσμών τους σε νέα έθνη και των διοικητικών μηχανισμών τους στην πλήρη εφαρμογή της φεουδαρχίας. 

Στο μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Ευρώπης κυριαρχούν γερμανικές διάλεκτοι οι οποίες εξελίσσονται σε γλώσσες (γερμανικά, αγγλικά, φλαμανδικά), ενώ στην πρώην ρωμαϊκή Γαλατία και την βόρειο Ιταλία, η μεγαλύτερη συμμετοχή ρωμαϊκών και εκρωμαϊσμένων κελτικών πληθυσμών, δημιουργεί γλώσσες βασισμένες στην δημώδη λατινική (Γαλλικά, Ιταλικά) με μικρότερες η μεγαλύτερες επιρροές από τα γερμανικά.  

Μέσα στους πέντε αυτούς αιώνες επιτελείται η "γέννεση" του γερμανικού έθνους, ως συνισταμένη των γερμανικών φυλών με την κοινή καταγωγή, ήθη, έθιμα και γλώσσα. που κατέκλυσαν την Ευρώπη. Σημαντικές συνιστώσες στην γερμανική εθνογέννεση ήταν η χριστιανική θρησκεία που οι διάφορες γερμανικές φυλές υιοθέτησαν, περισσότερο ή λιγότερο συνειδητά και διαφοροποίησαν στην πορεία (προτεσταντισμός) αλλά και το πρότυπο της παντοκράτειρας Ρώμης με την ανεπτυγμένη διοίκηση, νομοθεσία και πολιτισμό. Ιδιαίτερη επίδραση τους πρωτόγονους Γερμανούς είχε η ισχύς της Ρώμης (στρατιωτική και γεωπολιτική), η οποία εντυπωσίασε και λειτούργησε ως πρότυπο στην αντίληψη του πολεμιστή-κυνηγού, με την οποία ήταν δομημένη η κοινωνία τους.

Σημαντικοί σταθμοί στην εθνογέννεση των Γερμανών ήταν οι προσπάθειες συνένωσης των φυλών υπό ενιαία διοίκηση που επιχείρησαν ο Χλωδοβίκος ο Α΄ (6ος αιώνας) και ο Καρλομάγνος (9ος αιώνας), ενώ καταλυτικό ρόλο έπαιξε η αυτοκρατορία που τελικά δημιουργήθηκε τον 10ο αιώνα, με τον βαρύγδουπο τίτλο « Αγία Ρωμαϊκή αυτοκρατορία του γερμανικού έθνους».

Η πρώτη προσπάθεια ένωσης κάποιων γερμανικών φυλών υπό ενιαία διοίκηση γίνεται στις αρχές του 6ου μ.Χ. αιώνα, από τον Φράγκο ηγεμόνα Χλωδοβίκο τον Α’ (Clovis), ο οποίος ενώνει τις φυλές των Φράγκων (Σάλιοι, Ριπουάριοι) και δημιουργεί το Φραγκικό βασίλειο με πρωτεύουσα το Παρίσι. Ο Χλωδοβίκος οργανώνει το κράτος του με ρωμαϊκά πρότυπα, αλλά θεσπίζει και χρησιμοποιεί ως νομοθεσία τον «Σάλιο Νόμο» που στηρίζεται στο εθιμικό δίκαιο των γερμανικών φυλών. Το βασίλειο αυτό αναγνωρίζεται το 508 μ.Χ. από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Αναστάσιο τον Α’ και το 512 μ.Χ. υιοθετεί τον Χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία του. Η προσπάθεια αυτή σταματάει με τον θάνατό του Χλωδοβίκου και  τα επόμενα χρόνια, το βασίλειο των Φράγκων θα μοιρασθεί και θα επανενωθεί πολλές φορές από τους απογόνους του.

Η πολυδιάσπαση των γερμανικών βασιλείων στην δυτική Ευρώπη καθιστά εύκολη την προέλαση των Αράβων στην Ιβηρική χερσόνησο και την κατάλυση του βασιλείου των Βησιγότθων το 711 μ.Χ.. Η διείσδυση των Αράβων στην Ευρώπη αναχαιτίζεται  το 732 μ.Χ στην μάχη του Πουατιέ, από τον Φράγκο, Κάρολο Μαρτέλο, στρατηγό του ισχυρότερου βασιλείου της εποχής και η δράση τους περιορίζεται στην Ιβηρική χερσόνησο.

Η δεύτερη προσπάθεια συνένωσης των γερμανικών βασιλείων γίνεται από τον επίσης, Φράγκο βασιλιά, Καρλομάγνο, ο οποίος είναι και ο πρώτος Γερμανός που παίρνει τον τίτλο του αυτοκράτορα. Ο Καρλομάγνος, αφού νικά και ενσωματώνει. το Βασίλειο των Λομβαρδών το 774 μ.Χ και στην συνέχεια κατακτά την Σαξονία, στέφεται από τον πάπα Λέοντα τον Γ’, το 800 μ.Χ. στην Ρώμη «αυτοκράτωρ που κυβερνά την Ρώμη», αποφεύγοντας τον τίτλο «Ρωμαίος αυτοκράτωρ» που ήταν τίτλος του Βυζαντινού  αυτοκράτορα. Με την ενθρόνιση αυτή, οι Γερμανοί αμφισβητούν για πρώτη φορά την χρήση του τίτλου του αυτοκράτορα των Ρωμαίων μόνο από τον βυζαντινό αυτοκράτορα, που την περίοδο αυτή ήταν μια γυναίκα, η Ειρήνη η Αθηναία και διεκδικούν για το εαυτό τους την συνέχιση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Είναι χαρακτηριστική η προσπάθεια σφετερισμού ακόμα και του ονόματος «Ρωμαίος» από τους Βυζαντινούς, τους οποίους οι φράγκικες πηγές της εποχής αναφέρουν ως Γραικούς, ενώ Ρωμαίους ονόμαζαν τους κατοίκους της Ιταλικής χερσονήσου, ανεξάρτητα από την καταγωγή τους.

Υπό την ηγεσία του Καρλομάγνου, το βασίλειο των Φράγκων, με πρωτεύουσα το Ααχεν, επιχειρεί να γίνει η πρώτη ευρωπαϊκή δύναμη. Εκτείνεται από τον Ατλαντικό έως τον ποταμό Οντερ (σημερινά σύνορα Γερμανίας-Πολωνίας) και νότια έως την Κροατία, έχοντας σύνορα με την Βυζαντινή αυτοκρατορία και περιλαμβάνει όλους τους γερμανογενείς πληθυσμούς της Ευρώπης, εκτός των βρετανικών νήσων. Ο Καρλομάγνος προσπάθησε να δημιουργήσει μία κοινή κουλτούρα στους λαούς που διοικούσε και θέσπισε κοινό νόμισμα (λίρα) και κοινή νομοθεσία. Εκχριστιάνισε με την βία τους Σάξονες διασφαλίζοντας την διάδοση της χριστιανικής θρησκείας σε όλη την αυτοκρατορία του και θεωρείται από τους δυτικούς, ο οραματιστής της ενωμένης Ευρώπης.

Η αυτοκρατορία του όμως δεν θα διαρκέσει για πολύ και τελικά μετά τον θάνατό του (814 μ.Χ.), χωρίζεται από τους διαδόχους του σε τρία τμήματα, με την συνθήκη του Βερντέν, το 843 μ.Χ. Η διάσπαση του βασιλείου του Καρλομάγνου σηματοδότησε τις διαφορές μεταξύ των γερμανογενών περιοχών της δυτικής Ευρώπης και κυρίως μεταξύ των συμπαγών γερμανικών πληθυσμών (ανατολικό Φράγκικο βασίλειο : Γερμανία) και των πληθυσμών με την μεγαλύτερη επίδραση από τους Ρωμαίους και τους Κέλτες (δυτικό Φράγκικο βασίλειο : Γαλλία) που υιοθετούν ως γλώσσα τους την λατινογενή «γαλλοπροβηγκιανή», που μετεξελίχθηκε στα γαλλικά.

Η πρώτη πραγματική συνένωση των γερμανικών βασιλείων υπό ενιαία διοίκηση πραγματοποιείται στις 2 Φεβρουαρίου του 962 μ.Χ., όταν ο δούκας της Σαξονίας, Όθων Α΄ ο Μέγας στέφεται στη Ρώμη πρώτος αυτοκράτορας (Kaiser) της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους (Heiliges Römisches Reich Deutscher Nation). Αυτό είναι και το 1ο Ράιχ. Η εδαφική επικράτεια της αυτοκρατορίας δεν ήταν σταθερή καθ’ όλη την ιστορία της, αλλά στο απόγειο της (1034 μ.Χ.) περιλάμβανε την σημερινή Γερμανία, Αυστρία, Ελβετία, Τσεχία, Σλοβενία, Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο και τμήματα της σημερινής Πολωνίας, Γαλλίας και Ιταλίας. Δεν περιέλαβε ποτέ το μεγαλύτερο τμήμα της Γαλλίας που είχε αναπτύξει αυτόνομη οντότητα, όπως και την νότια Ιταλία και Ισπανία που δεν είχαν ποτέ εκγερμανισθεί.

Η λέξη Reich στην κυριολεξία σημαίνει «περιοχή κυριαρχίας» και προέρχεται από την πρωτογερμανική λέξη reichen από την οποία προέρχονται επίσης οι αγγλικές λέξεις rich (πλούσιος, ισχυρός) και reach (προσεγγίζω, κυριαρχώ) και έχει δανειστεί από τον τίτλο της αυτοκρατορίας, ο οποίος στην κυριολεξία σημαίνει «αγία ρωμαϊκή αυτοκρατορία στην οποίαν κυριαρχεί το γερμανικό έθνος». 

Το 1ο Ράιχ διήρκεσε 850 χρόνια, από το 962 έως το 1806 μ.Χ οπότε καταλύθηκε από τον Ναπολέοντα και είναι η δεύτερη σε διάρκεια αυτοκρατορία που γνώρισε η Ευρώπη (μετά την Βυζαντινή), μακρύτερη ακόμα και από την ίδια την ρωμαϊκή αυτοκρατορία (27 π.Χ.- 395 μ.Χ.). Καθ’ όλη την διάρκεια της, η Αγία Αυτοκρατορία δεν διαμόρφωσε ποτέ κεντρική διοίκηση και οντότητα ενιαίου κράτους, καθώς αποτελούταν από εκατοντάδες βασίλεια, πριγκιπάτα, δουκάτα, κομητείες και ελεύθερες αυτοκρατορικές πόλεις (Freie Reichsstadt) που λειτουργούσαν υπό καθεστώς φεουδαλισμού, ως υποτελείς του ίδιου αυτοκράτορα. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος των συνεχών αυξομειώσεων της επικράτειας της, καθώς ο κάθε ηγεμόνας που ένοιωθε ισχυρός, δήλωνε την ανεξαρτησία του από την αυτοκρατορία ή την υποτέλεια του σε άλλον βασιλιά. 

Μετά τον Τριακονταετή πόλεμο (1618-1648), ο οποίος χωρίζει τη δυτική Ευρώπη σε καθολικούς και προτεστάντες, o αυτοκράτορας της Αγίας Αυτοκρατορίας χάνει την δύναμή του και  παραμένει συμβολική μορφή έως το 1806 όπου ο τελευταίος αυτοκράτορας Φραγκίσκος ο Β΄, υποχρεώνεται από τον Ναπολέοντα να παραιτηθεί μετά την ήττα των Γερμανών από τους Γάλλους στο Άουστερλιτς.

Μέτα την διάλυση της Αγίας Αυτοκρατορίας, ο Ναπολέων ενώνει τα περισσότερα από τα γερμανικά βασίλεια και ελεύθερες πόλεις δημιουργώντας την Ομοσπονδία του Ρήνου (Rheinbund), διακόπτοντας έτσι την ανεξαρτησία που απολάμβαναν έως τότε. Λίγα χρόνια μετά, το 1814, ιδρύεται με την συνθήκη της Βιέννης, η Γερμανική συνομοσπονδία (Deutscher bund) στην οποίαν συμμετείχαν 39 κρατικές οντότητες, μεταξύ των οποίων η Αυστρία, η Πρωσία και αρκετά μικρότερα βασίλεια (Βαυαρία, Σαξονία, Βάδη κλπ) και τέσσερις ελεύθερες πόλεις. Η ισχυρότερη δύναμη της χαλαρής αυτής συνομοσπονδίας είναι η Αυστρία των Αψβούργων, οι οποίοι προσπαθούν να κυριαρχήσουν στην συνομοσπονδία και απορρίπτουν το αίτημα των Γερμανών πολιτών για σύνταγμα και ενιαίο γερμανικό εθνικό κράτος, που εκδηλώνεται με την εξέγερση του 1848. Μετά από την αποτυχημένη επανάσταση, αυξάνονται οι συγκρούσεις μεταξύ της Αυστρίας και της Πρωσίας με αποτέλεσμα τον Πρώσο-αυστριακό πόλεμο του 1866, στον οποίον νικά η Πρωσία. Η Γερμανική Συνομοσπονδία διαλύεται, ενώ ιδρύεται η  Γερμανική Ομοσπονδία του Βορρά με κυρίαρχη δύναμη την Πρωσία και δίχως την Αυστρία.

Τα τελευταία χρόνια της Αγίας Αυτοκρατορίας και την περίοδο των ομοσπονδιών, αρχίζει να αναπτύσσεται ο γερμανικός εθνικισμός, ως αντίβαρο στην αυξανόμενη πίεση των υπολοίπων αυτοκρατοριών της εποχής, που ως ναυτικές δυνάμεις αλλά και κράτη με ενιαία υπόσταση, αναπτύσσουν παγκόσμια κυριαρχία, αποκτώντας αποικίες, πλούτο και ισχύ. Οι Γερμανοί νοιώθουν αποκλεισμένοι στο εσωτερικό της Ευρώπης από τους Γάλλους και τους Ρώσους , ενώ η θαλασσοκράτειρα Βρετανία τους αποκόπτει τις θαλάσσιες προσβάσεις. Η μόνη διέξοδος για τους Γερμανούς ήταν η ανάπτυξη τους ως ηπειρωτική δύναμη (heartland), η οποία θα επεκτεινόταν στο χερσαίο τμήμα της Ευρώπης. Βασική προϋπόθεση επιτυχίας ήταν  η δημιουργία ενιαίου παν-γερμανικού κράτους με κοινή εθνική συνείδηση των πολιτών του.   

Τότε, ο Όττο φον Βίσμαρκ αναλαμβάνει καγκελάριος της Ομοσπονδίας και το 1870 κηρύσσει τον πόλεμο στην Γαλλία,  με σκοπό την σφυρηλάτηση της γερμανικής εθνικής ενότητας και την εκδίκηση για την ήττα του Άουστερλιτς. Το 1871 και ενώ πολιορκούν το Παρίσι, οι Γερμανοί ηγεμόνες ανακηρύσσουν στα ανάκτορα των Βερσαλλιών την ίδρυση της Γερμανικής Αυτοκρατορίας (Kaiserreich) και προσφέρουν το στέμμα της αυτοκρατορίας στον βασιλιά της Πρωσίας, Γουλιέλμο Α', δημιουργώντας το 2ο Ράιχ. Η Γερμανική αυτοκρατορία περιελάμβανε, εκτός από την σημερινή Γερμανία, το μεγαλύτερο μέρος της Πολωνίας, μέρος της Ρωσίας (Ανατολική Πρωσία)  και τις Γαλλικές επαρχίες της Αλσατίας και Λωραίνης, οι οποιες προσαρτήθηκαν μετά τον Γάλλο-Πρωσικό πόλεμο. Ο Βίσμαρκ διορίζεται καγκελάριος και εισάγει την αυτοκρατορία στον αποικιακό ανταγωνισμό των υπερδυνάμεων της εποχής, αποκτώντας αποικίες στην Αφρική (Καμερούν, Ναμίμπια, Τανγκανίκα κλπ) και στον Ειρηνικό (νησιά Μάρσαλ, Παλάου, Σαμόα κλπ). Η κυβέρνηση του, προωθεί την έρευνα και την τεχνολογία και η Γερμανία μεταμορφώνεται σε μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές και οικονομικές δυνάμεις  του πλανήτη. Η ανάπτυξη αυτή ενίσχυσε τον εθνικισμό, την επιθετικότητα και την αυτοπεποίθηση των Γερμανών, με αποτέλεσμα να οδηγηθούν σε συμμαχία με την γερμανογενή Αυστροουγγρική αυτοκρατορία και την παραπαίουσα Οθωμανική, που ασφυκτιούσαν από την Ρωσική πολιτική στα Βαλκάνια, διαμορφώνοντας έτσι τις συνθήκες για τον επερχόμενο πόλεμο.

Στο κοινωνικό πεδίο, οι Γερμανοί προσπαθούν την περίοδο αυτή να μειώσουν την επιρροή της καθολικής εκκλησίας στην αυτοκρατορία, ενισχύοντας τον Προτεσταντισμό, ενώ ταυτόχρονα εφαρμόζουν πολιτικές ενσωμάτωσης των μειονοτήτων (Πολωνοί, Γάλλοι, Δανοί) και αντιμετώπισης του σοσιαλιστικού κινήματος που αναπτύσσεται στην Ευρώπη, καθώς θεωρούσαν ότι απειλεί την αυτοκρατορία. Για τον λόγο αυτό πραγματοποίησαν σύνολο φιλολαϊκών μεταρρυθμίσεων (ασφάλεια υγείας και ατυχημάτων, συντάξεις κλπ), οι οποίες θεωρούνται η πρώτη μορφή του κράτους πρόνοιας.

Το 2ο Ράιχ, διαρκεί έως το τέλος του 1ου παγκοσμίου πολέμου (1918) ενώ κατά άλλους περιλαμβάνει και την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης (Weimarer Republik) που ακολούθησε (1919-1933), κατά την διάρκεια της οποίας, το γερμανικό κράτος (Deutsch Reich) απαρτίζεται από 17 ομόσπονδα κρατίδια, το καθένα με δική του κυβέρνηση και κοινοβούλιο, που εκπροσωπούταν στο κεντρικό συμβούλιο (Reichstag).

Ο 1ος παγκόσμιος πόλεμος λήγει με ολέθριες συνέπειες για την Ευρώπη (κατεστραμμένες υποδομές - 20 εκατ νεκροί), αλλά κυρίως για τις Κεντρικές Δυνάμεις, καθώς οι αυτοκρατορίες τους διαλύονται και υποχρεούνται σε ατιμωτικές στρατιωτικές κυρώσεις, αποζημιώσεις και εδαφικές απώλειες. Η Γερμανία παραχωρεί την Αλσατία και την Λωραίνη στην Γαλλία, την Σιλεσία και Ανατολική Πρωσία στην Πολωνία και μικρότερες περιοχές στην Δανία, Βέλγιο, Λιθουανία και Τσεχοσλοβακία, χάνοντας στην ουσία το 13% των ευρωπαϊκών της εδαφών και όλες τις αποικίες της.

Η ατιμωτική συνθήκη ανακωχής του 1ου παγκοσμίου πολέμου ενίσχυσε τον γερμανικό εθνικισμό και έδωσε την δυνατότητα στον λαϊκιστή Χίτλερ να ανέλθει στην εξουσία το 1933 και να δημιουργήσει το 3o Ράιχ.  Ο Χίτλερ επινοεί τον εθνικοσοσιαλισμό, ένα πολιτικό σύστημα που έδωσε στον γερμανικό λαό αυτό που του έλειπε εκείνην την περίοδο : τo χαμένο του κύρος, την αιτία του κακού (διεθνής σιωνισμός και κομμουνισμός) και την προοπτική ανάδειξης της Γερμανίας στην ισχυρότερη χώρα του κόσμου. Ο εθνικοσοσιαλισμός ήταν μια έξυπνη επινόηση των εμπνευστών του, που εκμεταλεύθηκαν τα χαρακτηριστικά του γερμανικού λαού (πειθαρχία, τάξη, εργατικότητα) για να ικανοποιήσουν τις προσωπικές τους φιλοδοξίες για κυριαρχία. Έτσι, χρησιμοποιώντας τον λαϊκισμό, ανέδειξαν την ανάγκη αναδημιουργίας της Γερμανίας και απόκτησης "ζωτικού χώρου" σε πυλώνα της πολιτικής τους, αξιοποιώντας το υπόβαθρο που υπήρχε στο συλλογικό ασυνείδητο των Γερμανών για επέκταση και κυριαρχία.  Το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο με τον προηγούμενο πόλεμο. Καταστροφή του ίδιου τους του κράτους αλλά και ολόκληρης  της Ευρώπης με περισσότερους από 60 εκατ νεκρούς.

Οι Γερμανοί αποδεικνύονται ο τραγικός λαός της Ευρώπης. Από την πρώτη τους εμφάνιση στην ιστορία, τον 2ο π.Χ. αιώνα, όταν διέσχισαν τον Ρήνο και ξεκίνησαν επιδρομές στην Ρωμαϊκή επικράτεια έως τώρα, ψάχνουν απεγνωσμένα τον ζωτικό τους χώρο και την θέση τους στην παγκόσμια σκακιέρα. Μόνο που φαίνεται ότι ποτέ δεν ήταν αρκετά. Έτσι, κάθε φορά που νοιώθουν ισχυροί, βρίσκεται κάποιος χαρισματικός ηγέτης που τους παρασύρει στο όραμα της επέκτασης της κυριαρχίας τους, με όλο και πιο βελτιωμένη μέθοδο στην διάρκεια των χρόνων. Από το όραμα για ενωμένη Ευρώπη του Καρλομάγνου έως το όραμα της ισχυρότερης αυτοκρατορίας του Βισμαρκ ή το εθνικό-σοσιαλιστικό ιδεολόγημα του Χίτλερ, το διακύβευμα ήταν πάντα το ίδιο : η κυριαρχία στην Ευρώπη, επιβεβαιώνοντας κάθε φορά την έννοια της λέξης Ράιχ.

Την περίοδο αυτή επιχειρείται για άλλη μια φορά η επέκταση της Γερμανικής κυριαρχίας στην Ευρώπη, με πιο εκλεπτυσμένο τρόπο αυτή την φορά. Αρκετοί, μιλούν για το 4ο Ράιχ, το οποίο δρομολογείται μέσω της οικονομικής επικυριαρχίας και της επιβολής του γερμανικού τρόπου οργάνωσης, εργασίας και πειθαρχίας σε όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο. Αυτή την φορά, οι Γερμανοί δεν χρησιμοποιούν όπλα αλλά ομόλογα και τόκους, χωρίς δείγμα εθνικισμού και φανατισμού. Όμως ο στόχος είναι κοινός με τις προηγούμενες φορές : η μετατροπή των λοιπών ευρωπαϊκών κρατών σε δορυφόρους της Γερμανίας, που θα εργάζονται για τα Γερμανικά συμφέροντα και θα ζουν σαν gastarbeitter στις χώρες τους.

Η Γερμανία αποδεικνύεται ο καλύτερος μαθητής του παγκόσμιου νεοφιλελευθερισμού και ο καλύτερος διαχειριστής της παγκοσμιοποίησης, την οποίαν χρησιμοποιεί, όχι μόνο για την παραγωγή πλούτου στους λίγους εις βάρος των πολλών, αλλά και σαν μηχανισμό επιβολής κρατικής κυριαρχίας. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίον πιστεύω ότι οι Γερμανοί θα αποτύχουν για άλλη μια φορά, καθώς σήμερα, μια εκγερμανισμένη Ευρώπη ίσως δεν αρκεί, ούτε όλη μαζί, για να αντιμετωπίσει, οικονομικά και γεωστρατηγικά, τις λοιπές υπερδυνάμεις του πλανήτη (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα).

Άραγε, πόσα Ράιχ  θα απαιτηθούν ακόμα, μέχρι ότου να εμπεδώσουν οι Γερμανοί κυβερνώντες ότι ο σκοπός της ύπαρξης των λαών δεν είναι η κυριαρχία, αλλά η συνύπαρξη και η ευημερία.

4 σχόλια:

M είπε...

Ενδιαφέρουσα άποψη.

Προφίλ Βlogger είπε...

Πολύ ενδιαφέρον άρθρο.

Ανώνυμος είπε...

Πολύ ενδιαφέρον άρθρο.
Θα 'θελα και μια παράγραφο για το 4ο ράιχ με τις χώρες που έχουν υποδουλωθεί ή που συνεργάζονται με τη Γερμανία.

vassper είπε...

αγαπητέ φίλε
Οπως αναφέρω και στην ανάρτηση, η γεωστρατηγική της Γερμανίας είναι διαχρονικά η ίδια και συνήθως υποστηρίζεται από κράτη δορυφόρους με κοινή καταγωγή και ταυτότητα, που είτε φοβούνται την ενσωμάτωση (Ολλανδία, Δανία κλπ) είτε συντάσονται με αυτήν (Αυστρία, Τσεχία κλπ). Δυστυχώς, η κάθοδος των Γερμανών άλλαξε την φυσιογνωμία της Ευρώπης, στην οποία σήμερα κυριαρχούν λαοί με γερμανική καταγωγή είτε λαοί με έντονες γερμανικές επιροές (Πολωνία, Τσεχία, Ουγγαρία κλπ). Απέναντι τους, οι Λατινικοί λαοί (Γάλλοι, Ισπανοί, Ιταλοί, Πορτογάλοι)- παρόλο τον φυλετικό επηρεασμό από τους γερμανούς - διαμόρφωσαν στην πορεία διαφορετική ταυτότητα καθώς επηρεάσθηκαν σημαντικά από τις αρχές της Γαλλικής επανάστασης, ενώ αντίθετα οι γερμανογενείς λαοί σμιλεύθηκαν από τις αντιλήψεις περί "ανώτερου σκοπού" της εποχής του γερμανικού ρομαντισμού. Πέρα από αυτούς, απέναντι από τους Γερμανούς βρισκόταν σε όλη την συγχρονη ιστορία και οι συγγενείς τους Αγγλοι - από ένστικτο, όπως θα έλεγε ο Τσώρτσιλ.
Η χώρα μας βρισκόταν διαχρονικά στο αντίπαλο στρατόπεδο των Γερμανών, έχοντας πάντα αντίληψη των διαφορετικών γεωστρατηγικών μας συμφερόντων. Παρ΄όλα αυτά, σε συγκεκριμένες περιόδους - πρωτίστως από αδυναμία - η Ελλάδα αναγκάσθηκε να υποκύψει (γερμανική κατοχή Β' παγκόσμιου πολέμου) ή να ακολουθήσει τις γερμανικές επιλογές (ΕΕ, ευρώ, μνημόνια κλπ). Οι περίοδοι αυτοί σε καμία περίπτωση δεν χαρακτηρίζουν τις επιλογές του ελληνικού λαού παρά μικρής μειοψηφίας που κινήθηκε ιδιοτελώς. Εκτός των άλλων, οι Ελληνες είμαστε περήφανος και ανυπότακτος λαός που πάντα αντιδρούσαμε στην τυφλή πειθαρχία και την απόλυτη (καταναγκαστική) τάξη που χαρακτηρίζουν την γερμανική ταυτότητα.