Οι αυξανόμενες προκλήσεις της Τουρκίας δημιουργούν ανησυχία στους 'Ελληνες ενώ ταυτόχρονα προβληματίζουν την διεθνή κοινότητα. Οι παράνομες γεωτρήσεις στην ΑΟΖ της Κύπρου, η συμφωνία με την Λιβύη, οι συνεχείς παραβιάσεις του εναέριου χώρου της Ελλάδος αλλά κυρίως η επιθετική ρητορική του καθεστώτος Ερντογάν προμηνύουν αρνητικές εξελίξεις στις μεταξύ μας σχέσεις αλλά και στην σταθερότητα στην περιοχή. Η οικονομική ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών ενίσχυσε τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας η οποία καλλιεργεί μία νεο-οθωμανική προσέγγιση του ρόλου της στην περιοχή, διεκδικώντας κυριαρχικά δικαιώματα που δεν της ανήκουν. Η εξέλιξη είναι επισφαλής γιά όλους αλλά κυρίως για την Τουρκία, η οποία έχει ανοικτά όλα τα μέτωπα, εσωτερικά και εξωτερικά.
Το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και των Βαλκανικών πολέμων βρήκε την Οθωμανική Αυτοκρατορία διαμελισμένη και στην πλευρά των ηττημένων, οδηγώντας την τότε ηγεσία της να αποδεχθεί σημαντικές απώλειες εδαφών (συνθήκη Σεβρών) οι οποίες - παρ' όλη την μικρή ανάκτηση από την συνθήκη της Λωζάννης - μετέτρεψαν την Τουρκία από αυτοκρατορία σε ένα περιφερειακό κράτος της Μέσης Ανατολής με κατεστραμμένη οικονομία και προβληματικές παραγωγικές και κοινωνικές δομές. Η απόδοση όλων των νησιών στην Ελλάδα στέρησε από την Τουρκία την απρόσκοπτη πρόσβαση στην θάλασσα και η συνθήκη του Μοντρέ την κυριαρχία στα στενά του Βοσπόρου, καταδικάζοντας την χώρα να παραμείνει μία στεριανή δύναμη χωρίς ενδοχώρα.
Σε αντίθεση με τους λοιπούς ηττημένους του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, η Τουρκία δεν διεκδίκησε την ρεβάνς με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο καθώς δεν είχε ανασυνταχθεί ακόμα από την ήττα ούτε είχε καταφέρει να αποκτήσει την συνοχή και την στρατιωτική ισχύ που θα της επέτρεπαν μία αξιοπρεπή επάνοδο στην διεθνή γεωπολιτική. Το μόνο που κατάφερε ήταν το 1939, η προσάρτηση της Αλεξανδρέττας από την γαλλοκρατούμενη Συρία μέσω ενός δημοψηφίσματος παρωδία που ακόμα αμφισβητείται. Η οποιαδήποτε επιθυμία αναθεωρητισμού παρέμεινε τότε στην αφάνεια.
Σε αντίθεση με τους λοιπούς ηττημένους του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, η Τουρκία δεν διεκδίκησε την ρεβάνς με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο καθώς δεν είχε ανασυνταχθεί ακόμα από την ήττα ούτε είχε καταφέρει να αποκτήσει την συνοχή και την στρατιωτική ισχύ που θα της επέτρεπαν μία αξιοπρεπή επάνοδο στην διεθνή γεωπολιτική. Το μόνο που κατάφερε ήταν το 1939, η προσάρτηση της Αλεξανδρέττας από την γαλλοκρατούμενη Συρία μέσω ενός δημοψηφίσματος παρωδία που ακόμα αμφισβητείται. Η οποιαδήποτε επιθυμία αναθεωρητισμού παρέμεινε τότε στην αφάνεια.
Τα χρόνια όμως πέρασαν και η Τουρκία κατάφερε να βελτιώσει την συνοχή της (εκκαθαρίσεις μειονοτήτων, ενίσχυση εθνικού φρονήματος) και να αναπτύξει την οικονομία της αξιοποιώντας καθεστώτα περιορισμένης δημοκρατίας που της επέτρεψαν να βελτιώσει την στρατιωτική της ισχύ και να αρχίσει σταδιακά να αναπτύσσει τον μεγαλοϊδεατισμό της. Ειδικά, τις τελευταίες δυο δεκαετίες της διακυβέρνησης Ερντογάν, η Τουρκία εμφάνισε θεαματική οικονομική ανάπτυξη τετραπλασιάζοντας το ΑΕΠ της χώρας (από 200 δις το 2001 σε 840 δις δολάρια) παρ' όλες τις πολιτικές εντάσεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Ωστόσο, ο Ερντογάν έχει επιλέξει να αξιοποιεί την οικονομική επιτυχία της Τουρκίας στην γεωστρατηγική ισχυροποίηση της χώρας παρά στην βελτίωση του θεσμικού πλαισίου της που θα αναβάθμιζε την χώρα σε ένα πραγματικά ανεπτυγμένο κράτος. Ο σουλτάνος προτιμά τον λαϊκισμό, τον εθνικισμό και την συνωμοσιολογία από την θωράκιση της δημοκρατίας και την ανάπτυξη κράτους δικαίου τα οποία φαντάζουν επικίνδυνα για την διατήρηση του καθεστώτος του.
Τον τελευταίο καιρό, η Τουρκία έχει εξελιχθεί σε διεθνή ταραξία ο οποίος δεν σέβεται ούτε το διεθνές δίκαιο ούτε τις συνθήκες του παρελθόντος. Εφευρίσκει διεκδικήσεις απέναντι σε όλα τα γειτονικά κράτη και προκαλεί τους ισχυρούς του πλανήτη διεκδικώντας ρόλο περιφερειακής υπερδύναμης στην περιοχή αλλά και σε όλον τον μουσουλμανικό κόσμο. Ονειρεύεται την ανασύσταση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας αγνοώντας τις γεωστρατηγικές ισορροπίες που έχουν διαμορφωθεί προβάλλοντας τον αναθεωρητισμό της απέναντι σε όλα και σε όλους. Η πολιτική αυτή της σχοινοβασίας μεταξύ προκλήσεων και υπαναχωρήσεων έχει αποδώσει έως τώρα επειδή η Τουρκία είναι μια μεγάλη αγορά (που γίνεται συνεχώς μεγαλύτερη) σε μία σημαντική γεωστρατηγική θέση. Ομως, οι προκλήσεις έχουν ένα όριο το οποίο κινδυνεύει να ξεπεράσει η γειτονική μας χώρα καθώς καμία από τις δυο γεωστρατηγικές υπερδυνάμεις (ΗΠΑ, Ρωσία) δεν επιθυμεί την ισχυροποίηση της Τουρκίας πάνω από το επίπεδο που μπορούν να ελέγξουν.
Αρκετές φορές αναρωτιέμαι αν η παραπάνω πολιτική είναι προσωπική φιλοδοξία του Ερντογάν ή μια εθνική πολιτική της Τουρκίας η οποία επιχειρείται τώρα λόγω της οικονομικής ισχυροποίησης που κατάφερε ο Ερντογάν? Ας μήν ξεχνάμε ότι η επιθετικότητα και ο μεγαλοϊδεατισμός σε συνδυασμό με την χειραγώγηση της δημοκρατίας σκεπάζουν ένα σημαντικό πρόβλημα συνοχής που έχει η Τουρκία, το οποίο μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στον διαμελισμό της. Παρ' όλες τις εθνικές εκκαθαρίσεις και την προσπάθεια ενίσχυσης του τουρκισμού, η γειτονική χώρα δεν κατάφερε να αποκτήσει εθνική συνοχή, με προεξέχοντες τους Κούρδους ενώ ακολουθούν και άλλοι λαοί και εθνότητες, κρυφές ή φανερές. Η ενίσχυση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου σε μία ανθηρή οικονομία θα αύξανε τις αποσχιστικές τάσεις των Κούρδων και των λοιπών μειονοτήτων ενώ ταυτόχρονα θα έπληττε την αντίληψη της τυφλής υπακοής του λαού που επιθυμεί η τουρκική κυβέρνηση καθώς αρκετά τμήματα του πληθυσμού της Τουρκίας έχουν επισφαλή εθνική συνείδηση. Με λίγα λόγια η ευημερία και η δημοκρατία θα ανοίξουν τους ασκούς του Αιόλου σε αυτό το πολυεθνικό μόρφωμα που είναι το Τουρκικό κράτος απειλώντας την ύπαρξή του.
Η παραπάνω παραδοχή αποτελεί στοιχείο της γεωστρατηγικής πολιτικής που πρέπει να ακολουθήσουν τα γειτονικά κράτη της Τουρκίας αξιοποιώντας τις φυγόκεντρες τάσεις της γειτονικής χώρας, η οποία συνεχίζει να διοικείται και να κατευθύνεται από μια ελίτ στα πρότυπα του καθεστώτος του σουλτάνου προσπαθώντας να διατηρήσει την κυριαρχία της σε ένα κρατικό μόρφωμα με αμφισβητούμενη συνοχή. Η ιστορία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ήταν η διαρκής προσπάθεια εξισλαμισμού και υποταγής των κατεκτημένων λαών από μία μικρή μειοψηφία Τούρκων και εκτουρκισμένων μέσω της βίας, της αυθαιρεσίας και της διαπλοκής. Η σύγχρονη Τουρκία ακολουθεί την ίδια πολιτική με μόνη διαφορά ότι ο εξισλαμισμός έχει αντικατασταθεί από τον εκτουρκισμό που προώθησε ο Κεμάλ Ατατούρκ (ένα έθνος, μία σημαία, ένα κράτος, μία πατρίδα) καθώς οι μη μουσουλμάνοι έχουν ήδη εκτοπισθεί ή εξισλαμισθεί.
Για τους λόγους αυτούς αντιλαμβάνομαι ότι η διατήρηση των εντάσεων και διεκδικήσεων στο εσωτερικό και στο εξωτερικό είναι προϋπόθεση επιβίωσης για την γειτονική χώρα καθώς διατηρούν ενεργό τον εξωτερικό κίνδυνο προσπαθώντας να ενισχύσουν την εθνική συνοχή της χώρας τους. Επιδιώκουν θερμά επεισόδια σε όλα τα μέτωπα που έχουν ανοικτά για να θέσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων τις ανυπόστατες διεκδικήσεις τους, προσδοκώντας κάποια οφέλη ενώ ταυτόχρονα στηλιτεύουν την εθνική συνείδηση των Τούρκων στο όνομα της προδοσίας της πατρίδος.
Η Τουρκία έχει έναν άχαρο ρόλο στην ιστορία που την έχει εγκλωβίσει σε επικίνδυνες πολιτικές. Η διατήρηση της συνοχής του κράτους απέναντι στην ευημερία των πολιτών και τις ειρηνικές σχέσεις με τους γείτονες. Μέχρι τώρα έχει επιλέξει το πρώτο, διαταράσσοντας την ισορροπία με το δεύτερο υποδηλώνοντας τον φόβο του διαμελισμού. Για όλους εμάς που η ιστορία μας όρισε να ζούμε σε αυτή την γειτονιά, η συνύπαρξη με την Τουρκία αποτελεί γεωστρατηγική πρόκληση, ίσως όμως και ευκαιρία. Σε κάθε περίπτωση, οι χειρισμοί της χώρας μας πρέπει να είναι συνεχείς, συνεπείς και προσεκτικοί, καθώς το τίμημα μπορεί να είναι καθοριστικά θετικό ή αρνητικό. Αυτό ισχύει και για εμάς αλλά και για αυτούς.
Τον τελευταίο καιρό, η Τουρκία έχει εξελιχθεί σε διεθνή ταραξία ο οποίος δεν σέβεται ούτε το διεθνές δίκαιο ούτε τις συνθήκες του παρελθόντος. Εφευρίσκει διεκδικήσεις απέναντι σε όλα τα γειτονικά κράτη και προκαλεί τους ισχυρούς του πλανήτη διεκδικώντας ρόλο περιφερειακής υπερδύναμης στην περιοχή αλλά και σε όλον τον μουσουλμανικό κόσμο. Ονειρεύεται την ανασύσταση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας αγνοώντας τις γεωστρατηγικές ισορροπίες που έχουν διαμορφωθεί προβάλλοντας τον αναθεωρητισμό της απέναντι σε όλα και σε όλους. Η πολιτική αυτή της σχοινοβασίας μεταξύ προκλήσεων και υπαναχωρήσεων έχει αποδώσει έως τώρα επειδή η Τουρκία είναι μια μεγάλη αγορά (που γίνεται συνεχώς μεγαλύτερη) σε μία σημαντική γεωστρατηγική θέση. Ομως, οι προκλήσεις έχουν ένα όριο το οποίο κινδυνεύει να ξεπεράσει η γειτονική μας χώρα καθώς καμία από τις δυο γεωστρατηγικές υπερδυνάμεις (ΗΠΑ, Ρωσία) δεν επιθυμεί την ισχυροποίηση της Τουρκίας πάνω από το επίπεδο που μπορούν να ελέγξουν.
Αρκετές φορές αναρωτιέμαι αν η παραπάνω πολιτική είναι προσωπική φιλοδοξία του Ερντογάν ή μια εθνική πολιτική της Τουρκίας η οποία επιχειρείται τώρα λόγω της οικονομικής ισχυροποίησης που κατάφερε ο Ερντογάν? Ας μήν ξεχνάμε ότι η επιθετικότητα και ο μεγαλοϊδεατισμός σε συνδυασμό με την χειραγώγηση της δημοκρατίας σκεπάζουν ένα σημαντικό πρόβλημα συνοχής που έχει η Τουρκία, το οποίο μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στον διαμελισμό της. Παρ' όλες τις εθνικές εκκαθαρίσεις και την προσπάθεια ενίσχυσης του τουρκισμού, η γειτονική χώρα δεν κατάφερε να αποκτήσει εθνική συνοχή, με προεξέχοντες τους Κούρδους ενώ ακολουθούν και άλλοι λαοί και εθνότητες, κρυφές ή φανερές. Η ενίσχυση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου σε μία ανθηρή οικονομία θα αύξανε τις αποσχιστικές τάσεις των Κούρδων και των λοιπών μειονοτήτων ενώ ταυτόχρονα θα έπληττε την αντίληψη της τυφλής υπακοής του λαού που επιθυμεί η τουρκική κυβέρνηση καθώς αρκετά τμήματα του πληθυσμού της Τουρκίας έχουν επισφαλή εθνική συνείδηση. Με λίγα λόγια η ευημερία και η δημοκρατία θα ανοίξουν τους ασκούς του Αιόλου σε αυτό το πολυεθνικό μόρφωμα που είναι το Τουρκικό κράτος απειλώντας την ύπαρξή του.
Η παραπάνω παραδοχή αποτελεί στοιχείο της γεωστρατηγικής πολιτικής που πρέπει να ακολουθήσουν τα γειτονικά κράτη της Τουρκίας αξιοποιώντας τις φυγόκεντρες τάσεις της γειτονικής χώρας, η οποία συνεχίζει να διοικείται και να κατευθύνεται από μια ελίτ στα πρότυπα του καθεστώτος του σουλτάνου προσπαθώντας να διατηρήσει την κυριαρχία της σε ένα κρατικό μόρφωμα με αμφισβητούμενη συνοχή. Η ιστορία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας ήταν η διαρκής προσπάθεια εξισλαμισμού και υποταγής των κατεκτημένων λαών από μία μικρή μειοψηφία Τούρκων και εκτουρκισμένων μέσω της βίας, της αυθαιρεσίας και της διαπλοκής. Η σύγχρονη Τουρκία ακολουθεί την ίδια πολιτική με μόνη διαφορά ότι ο εξισλαμισμός έχει αντικατασταθεί από τον εκτουρκισμό που προώθησε ο Κεμάλ Ατατούρκ (ένα έθνος, μία σημαία, ένα κράτος, μία πατρίδα) καθώς οι μη μουσουλμάνοι έχουν ήδη εκτοπισθεί ή εξισλαμισθεί.
Για τους λόγους αυτούς αντιλαμβάνομαι ότι η διατήρηση των εντάσεων και διεκδικήσεων στο εσωτερικό και στο εξωτερικό είναι προϋπόθεση επιβίωσης για την γειτονική χώρα καθώς διατηρούν ενεργό τον εξωτερικό κίνδυνο προσπαθώντας να ενισχύσουν την εθνική συνοχή της χώρας τους. Επιδιώκουν θερμά επεισόδια σε όλα τα μέτωπα που έχουν ανοικτά για να θέσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων τις ανυπόστατες διεκδικήσεις τους, προσδοκώντας κάποια οφέλη ενώ ταυτόχρονα στηλιτεύουν την εθνική συνείδηση των Τούρκων στο όνομα της προδοσίας της πατρίδος.
Η Τουρκία έχει έναν άχαρο ρόλο στην ιστορία που την έχει εγκλωβίσει σε επικίνδυνες πολιτικές. Η διατήρηση της συνοχής του κράτους απέναντι στην ευημερία των πολιτών και τις ειρηνικές σχέσεις με τους γείτονες. Μέχρι τώρα έχει επιλέξει το πρώτο, διαταράσσοντας την ισορροπία με το δεύτερο υποδηλώνοντας τον φόβο του διαμελισμού. Για όλους εμάς που η ιστορία μας όρισε να ζούμε σε αυτή την γειτονιά, η συνύπαρξη με την Τουρκία αποτελεί γεωστρατηγική πρόκληση, ίσως όμως και ευκαιρία. Σε κάθε περίπτωση, οι χειρισμοί της χώρας μας πρέπει να είναι συνεχείς, συνεπείς και προσεκτικοί, καθώς το τίμημα μπορεί να είναι καθοριστικά θετικό ή αρνητικό. Αυτό ισχύει και για εμάς αλλά και για αυτούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου