Σάββατο 20 Αυγούστου 2016

Το φάντασμα της ακροδεξιάς

Τα τελευταία χρόνια, παρατηρούμε μια σημαντική αύξηση των ακροδεξιών, εθνικιστικών και ξενοφοβικών αντιλήψεων στην Ευρώπη, που προβληματίζει ιδιαίτερα τους δημοκρατικά σκεπτόμενους πολίτες. Μετά από μία μεγάλη περίοδο πλήρους ελευθερίας και δημοκρατίας, η Ευρώπη αρχίζει να περιχαρακώνεται και να κλείνεται στον εαυτό της, ενώ οι αξίες του Ευρωπαϊκού κεκτημένου (ισότητα, αλληλεγγύη, σεβασμός των αδυνάτων και της διαφορετικότητας κλπ) αρχίζουν να ξεθωριάζουν. Αντίθετα, μετά από δεκαετίες ξανακούγονται απόψεις περί κατώτερων πολιτισμών και καθαρότητας φυλών, περί ανικανότητας και τεμπελιάς των φτωχών και ανάγκης περισσότερης πειθαρχίας. Οι απόψεις αυτές ενθαρρύνουν την εσωστρέφεια αλλά και αυταρχικές πρακτικές όπως το κλείσιμο των  συνόρων και την βίαιη επιβολή της τάξης ενώ ταυτόχρονα υποθάλπουν τον λαϊκισμό και. ευνοούν τις θεωρίες συνομωσίας.

Τον προηγούμενο Μάϊο, ο ακροδεξιός υποψήφιος Χόφερ έχασε στις προεδρικές εκλογές της Αυστρίας για μόλις 30.000 ψήφους (σε σύνολο 6 εκατ ψηφοφόρων), λαμβάνοντας το εντυπωσιακό ποσοστό του 49,8%. Ο αντίπαλος του και οριακός νικητής των εκλογών, Φαν ντερ Μπέλλεν συγκέντρωσε τις ψήφους όλων των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου (Χριστιανοδημοκράτες, Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινοι κλπ) ανακουφίζοντας την δημοκρατική Ευρώπη. Το ακροδεξιό κόμμα του Χόφερ, «Αυστριακό κόμμα της Ελευθερίας» είχε συγκεντρώσει στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές του 2015, το 20% των ψήφων και τώρα διεκδικεί επανάληψη των προεδρικών εκλογών επαναφέροντας τον κίνδυνο του πρώτου ακροδεξιού προέδρου στην Ευρώπη.

Τα αποτελέσματα αυτά, μας θυμίζουν τις τελευταίες προεδρικές εκλογές στην Γαλλία (2012), όπου το ακροδεξιό «Εθνικό Μέτωπο» της Μαριν Λε Πεν είχε συγκεντρώσει στον πρώτο γύρο ποσοστό 18% και για αρκετό διάστημα φάνταζε στις δημοσκοπήσεις ως διεκδικητής της προεδρίας. Το Εθνικό Μέτωπο είχε συγκεντρώσει το 25% των ψήφων στις ευρωεκλογές του 2014, ενώ σήμερα η ΛεΠέν έχει ενισχύσει την θέση της και προηγείται στις δημοσκοπήσεις για τις προεδρικές εκλογές του 2017.

Στην Ουγγαρία, η δεξιά κυβέρνηση Ουρμπάν ολισθαίνει συνεχώς, υπό την πίεση των εθνικιστών του Jobbik, σε ακροδεξιά ρητορική και αυταρχικές πρακτικές, απομονώνοντας την χώρα από τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ. Στις τελευταίες εκλογές (2014), το εθνικιστικό και φιλοναζιστικό κόμμα «Jobbik» συγκέντρωσε το 20% των ψήφων και αναδείχθηκε 2ο κόμμα στο κοινοβούλιο.

Στην Τσεχία ο «Εθνικός Συνασπισμός – Αυγή» με λαϊκιστική και ξενοφοβική ρητορεία συγκέντρωσε στις εκλογές του 2013 το 7% των ψήφων και 14 από τις 200 έδρες μειώνοντας όμως την δύναμη του στις ευρωεκλογές του 2014 (2%), πιθανότατα εξαιτίας της πρωτοφανούς αποχής (80%). Αντίστοιχα, την γειτονική Σλοβακία, το ακροδεξιό κόμμα «Λαϊκό Κόμμα-Η Σλοβακία μας»  κατάφερε να συγκεντρώσει στις εκλογές του 2015 ποσοστό 8% και να μπει στην Βουλή, διοργανώνοντας κινητοποιήσεις εναντίον των Τσιγγάνων και των μεταναστών. Ο αρχηγός του, Μαριάν Κοτλέμπα, πρώην ηγέτης του νεοναζιστικού κόμματος «Σλοβακική Αδελφότητα» (το οποίο απαγορεύθηκε το 2009), διοργάνωνε συγκεντρώσεις μνήμης για την φρουρά Χλίνκα της ναζιστικής περιόδου.

Βορειότερα, στην Πολωνία το κόμμα των ευρωσκεπτικιστών «Νόμος και Δικαιοσύνη» των αδελφών Κατσίνσκι κέρδισε αυτοδύναμα στις τελευταίες εκλογές (2015) με ρητορεία εθνικής καχυποψίας και ακραίων συντηρητικών απόψεων (επαναφορά θανατικής καταδίκης, τιμωρία ομοφυλόφιλων, ξενοφοβία κλπ). Το φιλοναζιστικό κόμμα «Νέο Δεξιό Κογκρέσο» που είχε συγκεντρώσει 6% στις τελευταίες ευρωεκλογές (2014) απορροφήθηκε εκλογικά από το κυβερνών κόμμα που προέβαλε προεκλογικά πολλές από τις θέσεις του.

Στην Γερμανία, παρά τις ενοχές για το ναζιστικό παρελθόν, το ξενοφοβικό κόμμα «εναλλακτική για την Γερμανία» αύξησε τις δυνάμεις του στις τελευταίες περιφερειακές εκλογές και σήμερα συγκεντρώνει στις δημοσκοπήσεις ποσοστά μεγαλύτερα του 10%. Το νεοναζιστικό κόμμα NPD με διακηρύξεις υπέρ του εθνικοσοσιαλισμού σόκαρε όλη την Ευρώπη όταν στις τελευταίες ευρωεκλογές πήρε 1% και εξέλεξε έναν ευρωβουλευτή. Εκτός από το NPD στην Γερμανία δραστηριοποιείται η αντιμουσουλμανική «Pegida», μια πλήρως ρατσιστική οργάνωση που οργανώνει βίαιες διαδηλώσεις και ξυλοδαρμούς μεταναστών.

Στην Ολλανδία το «κόμμα για την Ελευθερία» του Γκέερτ Βίλντερς συγκέντρωσε στις τελευταίες εκλογές (2012) το 10% των ψήφων χρησιμοποιώντας αντί-ισλαμική και αντί-μεταναστευτική ρητορεία. Στις ευρωεκλογές του 2014 αύξησε τις δυνάμεις του στο 12%  ενώ σήμερα είναι το 1ο κόμμα σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Δίπλα, στο Βέλγιο, το αυτονομιστικό «Φλαμανδικό συμφέρον» έχει τρείς έδρες στην Βουλή (4% των ψήφων) και είναι μετεξέλιξη του «Φλαμανδικού Μπλόκ» το οποίο καταδικάσθηκε το 2004 για ρατσισμό. Το κόμμα επικεντρώνεται στην απόσχιση της Φλάνδρας από το Βέλγιο και ζητάει την εκδίωξη των μεταναστών.  

Στις σκανδιναβικές χώρες, με το πρόσφατο φιλειρηνικό και δημοκρατικό παρελθόν, η κατάσταση δεν είναι καλύτερη. Στην Σουηδία, άλλοτε πρωτοπόρα του κινήματος των Αδεσμεύτων, το ξενοφοβικό κόμμα των «Σουηδών Δημοκρατών» πήρε στις τελευταίες εκλογές (2014) ποσοστό 13% και από τότε αυξάνονται συνεχώς τα δημοσκοπικά  ποσοστά του, ενώ στην γειτονική Νορβηγία το λαϊκιστικό και ακραία συντηρητικό  «κόμμα της Προόδου» συγκέντρωσε στις τελευταίες εκλογές (2013), το 16% των ψήφων. Στην Δανία, το ακροδεξιό «Δανικό Λαϊκό κόμμα» είναι το 2ο μεγαλύτερο κόμμα στο κοινοβούλιο με 37 έδρες (από συνολικά 179) και από το 2001 έως το 2011 στήριζε τις συντηρητικές κυβερνήσεις. Η πρώην επικεφαλής του Πία Κγιερσγκάαρντ ήταν υπέρμαχη του όχι στο ευρώ και γνωστή για τις ρατσιστικές και αντί-μουσουλμανικές της απόψεις. Στην γειτονική Φινλανδία, το ακροδεξιό κόμμα «αληθινοί Φιλανδοί» συμμετέχει στον κεντροδεξιό κυβερνητικό σχηματισμό και είναι το 2ο κόμμα στην Βουλή (38 έδρες στις 200) με 18% των ψήφων. Το κόμμα διατηρεί υπόγειες σχέσεις με το εξωκοινοβουλευτικό ναζιστικό Κίνημα Φιλανδικής Αντίστασης. 

Ακόμα και την φιλελεύθερη Μ.Βρετανία όπου ο φασισμός δεν είχε ποτέ σημαντική απήχηση, το ξενοφοβικό «κόμμα της Ανεξαρτησίας» του Νάϊτζελ Φάρατζ πήρε στις εκλογές του 2015 το 12,5% των ψήφων ενώ στις τελευταίες ευρωεκλογές (2014) είχε αναδειχθεί πρώτο κόμμα με 27,5 % ξεκινώντας την συζήτηση για την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ την οποία επέτυχε με ποσοστό 52%. Στην «ουδέτερη» Ελβετία, το ξενοφοβικό «Ελβετικό Λαϊκό Κόμμα» είναι το ισχυρότερο κόμμα στην Βουλή (30% ψήφων) κατέχοντας το 1/3 των εδρών.

Στα Βαλκάνια, η κατάσταση ξυπνάει μνήμες του παρελθόντος καθώς στην Βουλγαρία τα δύο φασιστικά κόμματα έχουν μαζί 30 έδρες (από τις 240) στην Βουλή. Το κόμμα «Επίθεση» (Ataka) συγκέντρωσε στις εκλογές του 2014 το 4% ενώ το «Πατριωτικό Μέτωπο» το 7% των ψήφων. Η ρητορική τους επικεντρώνεται κυρίως εναντίον των Τσιγγάνων (10% πληθυσμού Βουλγαρίας) και της μουσουλμανικής μειονότητας της Βουλγαρίας. Στην χώρα υπάρχει επίσης το VMRO με αλυτρωτικές επιδιώξεις για την Μεγάλη Βουλγαρία, που όμως δεν έχει μεγάλη απήχηση. Αντίστοιχα, στην Ρουμανία το αντισημιτικό «κόμμα μεγάλης Ρουμανίας» είχε λάβει στις εκλογές του 2004 το 13,5% αλλά στις εκλογές του 2008 δεν κατάφερε να περάσει το 5% και να μπει στην Βουλή.

Στον νότο της Ευρώπης, η ακροδεξιά δεν αυξάνει θεαματικά την επιρροή της αλλά υποκρύπτεται μέσα σε άλλους πολιτικούς σχηματισμούς. Στην Ιταλία, η ξενοφοβική «Λέγκα του Βορρά» που προωθεί την απόσχιση της Παδανίας συμμετείχε στις τελευταίες εκλογές στον κεντροδεξιό συνασπισμό του Μπερλουσκόνι ενώ στις περιφερειακές εκλογές σημείωσε υψηλά ποσοστά σε αρκετές περιφέρειες της Βορείου Ιταλίας. Στις ευρωεκλογές του 2014, η Λέγκα πήρε το 6% των ψήφων ενώ σήμερα βρίσκεται δημοσκοπικά στο 13%, αυξάνοντας τα ποσοστά της κυρίως στον Βορρά. Στην Πορτογαλία και την Ισπανία, η ακροδεξιά δεν έχει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, όμως μεγάλο μέρος των Ισπανών νοσταλγών του Φράνκο, κρύβεται μέσα στο Λαϊκό Κόμμα. Πρόσφατα ιδρύθηκε στην Ισπανία παρακλάδι της δικής μας Χρυσής Αυγής, με το ίδιο όνομα.

Στην Ελλάδα, η γνωστή σε όλους μας «Χρυσή Αυγή» που βαρύνεται με βιαιοπραγίες, δολοφονίες και ρατσιστική ρητορεία είναι το τρίτο κόμμα στην Βουλή παίρνοντας 7% στις τελευταίες εκλογές (Σεπ 2015) ενώ στις πρόσφατες εκλογές στην Κύπρο, το ακροδεξιό κόμμα ΕΛΑΜ, αδελφό της Χρυσής Αυγής, πέρασε το φράγμα του 3% και μπήκε στην Βουλή.

Η Ευρώπη φαίνεται ότι φλερτάρει ξανά με μία από τις χειρότερες περιόδους της ιστορίας της, τότε που στους δρόμους κυκλοφορούσαν άνδρες με θυρεούς και στολές,  ξυλοφορτώνοντας και καταστρέφοντας την περιουσία όποιου θεωρούσαν απειλή ή διαφορετικό από αυτούς. Το φαινόμενο της ακροδεξιάς έξαρσης παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις καθώς κατακλύζει την Ευρώπη από άκρο σε άκρο, ανεξάρτητα από το παρελθόν ή τον πολιτισμό της κάθε χώρας.

Τα παραπάνω στοιχεία πρέπει να αναλυθούν σε βάθος από τις πολιτικές ηγεσίες της Ευρώπης (όσο ανίκανες και αν είναι) για να μην βρεθούμε ξαφνικά σε αδιέξοδες καταστάσεις που θα σηματοδοτήσουν αρνητικά το μέλλον της ηπείρου μας.  

Τρίτη 2 Αυγούστου 2016

η Τουρκία σε κρίση

Το πραξικόπημα στην Τουρκία απέτυχε, όμως η αντίδραση του Ερντογάν φαίνεται ότι βάζει την χώρα σε νέες και μεγάλες περιπέτειες. Την νύχτα του πραξικοπήματος, ο Ερντογάν  έριξε μία πολύ επικίνδυνη ζαριά, καθώς η έκκληση του στον λαό να βγει στους δρόμους  θα μπορούσε να είχε οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερη αιματοχυσία, αν οι πραξικοπηματίες ήταν πιο αποφασισμένοι. Η ενέργεια αυτή επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά ότι οι λαϊκιστές ηγέτες είναι απρόβλεπτοι και συχνά ρισκάρουν τα πάντα όταν διακυβεύεται η εξουσία τους.

Εκτός από την κινητοποίηση του λαού, το πραξικόπημα υπονομεύθηκε από την κακή οργάνωση, τον ερασιτεχνικό συντονισμό και την περιορισμένη στήριξη του από την ηγεσία του στρατού. Παρ’ όλα αυτά, η βασική αιτία της αποτυχίας του αποδείχθηκε ότι ήταν η ενεργοποίηση  του λαού που για πρώτη φορά αμφισβήτησε την παντοδυναμία του στρατού και αντιμετώπισε τους πραξικοπηματίες. Ας μην ξεχνάμε, ότι η κεμαλική παράδοση στην Τουρκία, θέλει τον στρατό να παρεμβαίνει όταν απειλείται ο κοσμικός χαρακτήρας του τουρκικού κράτους, με τον λαό να υποστηρίζει πάντα τις επιλογές του. Δυστυχώς όμως αποδείχθηκε ότι  η διακοπή αυτής  της παράδοσης δεν ήταν αποτέλεσμα της δημοκρατικής ευαισθησίας του τουρκικού λαού, αλλά μάλλον περιφρούρηση του θεόσταλτου σουλτανικού καθεστώτος. 

Αυτό που ακολούθησε, άφησε άφωνο όλον τον πλανήτη! Οι πραξικοπηματίες διαπομπεύτηκαν, ξυλοκοπήθηκαν, βιάσθηκαν και μερικοί από αυτούς λυντσαρίστηκαν. Η δύναμη του (κατευθυνόμενου) όχλου κυριάρχησε για άλλη μια φορά στην γειτονική χώρα, προβληματίζοντας για το επίπεδο της δημοκρατίας στην Τουρκία. Οι κανόνες του κράτους δικαίου καταπατήθηκαν βάναυσα, τα ανθρώπινα δικαιώματα αγνοήθηκαν όπως και η αξιοπρέπεια των κατηγορουμένων. Από την ημέρα εκείνη, ο Ερντογάν επιχειρεί ως σύγχρονος Σουλτάνος, θολωμένος από εκδικητική μανία, να εκκαθαρίσει όλους τους πολιτικούς (και όχι μόνο) αντιπάλους του. Γκιουλενιστές, δυτικόφιλοι, αριστεροί, Κούρδοι και κάθε μορφής επικριτές του στοχοποιούνται και διώκονται, με πρόφαση την απόπειρα πραξικοπήματος. Έως τώρα, έχουν συλληφθεί ή έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα 60.000 Τούρκοι δημόσιοι υπάλληλοι (στρατιωτικοί, δικαστές, καθηγητές κλπ) και πάνω από 2.000 στελέχη τραπεζών και ιδιωτικών εταιρειών. Διώκονται ακόμα και στρατιώτες, οι οποίοι αμφιβάλλω αν γνώριζαν τι έκαναν εκείνο το βράδυ ακολουθώντας τις διαταγές των ανωτέρων τους που όλοι γνωρίζουμε τι σημαίνουν σε ένα στρατοκρατικό καθεστώς όπως η Τουρκία. Η ταχύτητα με την οποία έδρασε το καθεστώς Ερντογάν υποδηλώνει ότι οι «λίστες» των εκκαθαρίσεων ήταν ήδη έτοιμες και περίμεναν την ευκαιρία να αξιοποιηθούν. 

Η αντίδραση του Ερντογάν άφησε άφωνο και εμένα καθώς τον θεωρούσα δημοκρατικότερο αλλά κυρίως εξυπνότερο. Την ώρα που εξελισσόταν  το πραξικόπημα, πίστεψα ότι ο Ερντογάν θα  αξιοποιήσει την αποτυχημένη απόπειρα εκτροπής , προωθώντας μέτρα εκδημοκρατισμού της χώρας  και των ενόπλων δυνάμεων, ενισχύοντας την εικόνα του στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.  Αντί αυτού, είμαστε θεατές της προσπάθειας του να κυριαρχήσει απόλυτα στην χώρα του, με εντυπωσιακή σκληρότητα  και αυταρχικότητα που διαιρούν την κοινωνία και οδηγούν την χώρα δεκαετίες πίσω. Η δημόσια διοίκηση έχει παραλύσει και ο στρατός έχει αποδιοργανωθεί. Η χώρα μοιάζει να  περιχαρακώνεται από την διεθνή κοινότητα και να επιστρέφει στις παραδοσιακές αξίες της θρησκείας και της αυταρχικής πατριαρχικής οικογένειας. Οι ενέργειες αυτές δείχνουν ότι ο Ερντογάν αδιαφορεί για τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις και ενδιαφέρεται μόνο για την εγκαθίδρυση του δικού του καθεστώτος, εξανεμίζοντας τα θετικά επιτεύγματα δεκαετιών της χώρας του. Η ικανότητα του να χειραγωγεί τον μισό πληθυσμό της χώρας (κυρίως λαϊκά και αγροτικά στρώματα) έχει τον κίνδυνο να τον φέρει σύντομα σε αντίθεση με τον υπόλοιπο πληθυσμό (οικονομική ελίτ, αστοί  μεγάλων πόλεων, μειονότητες) και να αναζωπυρώσει μειονοτικές και αποσχιστικές τάσεις (Κούρδοι, Αλεβίτες κλπ). Ο Ερντογάν κάνει το ίδιο λάθος  με τους τελευταίους σουλτάνους που προτίμησαν να διαμελίσουν την Οθωμανική αυτοκρατορία παρά να την εκσυγχρονίσουν, για να μην χάσουν μέρος από την εξουσία τους.

Όσον αφορά την Ελλάδα, η κατάσταση στην Τουρκία μπορεί να γεννά ανησυχία αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί ευκαιρίες. Η πιθανότητα εξαγωγής της κρίσης είναι υπαρκτή αλλά θεωρώ περιορισμένης σοβαρότητας καθώς ο στρατός της Τουρκίας έχει αποδυναμωθεί και έχει χάσει το κύρος και το ηθικό του. Αντίθετα, πιστεύω ότι η σημερινή κατάσταση στην Τουρκία δεν της επιτρέπει καμία όξυνση με την Ελλάδα καθώς διακινδυνεύουν να βρεθούν ακόμα πιο απομονωμένοι διεθνώς. Όλοι αντιλαμβάνονται ότι η εικόνα της Τουρκίας στο εξωτερικό έχει δεχθεί ένα ισχυρό πλήγμα και οι διεθνείς της σχέσεις έχουν μπεί σε  μία περίοδο αβεβαιότητας. Οι ενέργειες του Ερντογάν κινδυνεύουν να μετασχηματίσουν την Τουρκία  σε μία μουσουλμανική ασιατική χώρα με ασαφή γεωπολιτικό προσανατολισμό. Οι βεβιασμένες ενέργειες του, να προσεγγίσει ξανά την Ρωσία ή το Ισραήλ επιδεινώνουν την κατάσταση διότι εκνευρίζουν τους παραδοσιακούς της συμμάχους (ΗΠΑ, ΕΕ) ενώ ταυτόχρονα δεν πείθουν τους νέους. 

Προσωπικά πιστεύω ότι η κατάσταση στην Τουρκία προσφέρει μια ευκαιρία στην Ελλάδα να αναβαθμίσει τον ρόλο της στην περιοχή και να προσπαθήσει να επιλύσει θετικά, κάποια από τα προβλήματα που έχουμε με την γειτονική χώρα (ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδα κλπ). Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που μπορεί να καλύψει το κενό ασφαλείας που δημιουργεί η αστάθεια της Τουρκίας καθώς παραμένει ο μόνος αξιόπιστος συνομιλητής στην ΝΑ Μεσόγειο και ουσιαστικά αποτελεί τα σύνορα του Δυτικού κόσμου στην περιοχή. Οι εξελίξεις αυτές δημιουργούν μία σπάνια ευκαιρία για την χώρα μας να αποδείξει στην διεθνή κοινότητα τις δυνατότητες της στην σταθερότητα της περιοχής, αξιοποιώντας επιτέλους τα γεωστρατηγικά της πλεονεκτήματα που για δεκαετίες θεωρούταν δεδομένα για τους «συμμάχους» μας. Οι εξελίξεις των τελευταίων χρόνων (αραβική άνοιξη, συριακό, κουρδικό, τουρκία κλπ) δείχνουν ότι οι γεωπολιτική της ευρύτερης περιοχής μας βρίσκεται υπό αναθεώρηση, όπως άλλωστε και η ισχύς του πλανήτη, η οποία από μονοπολική (ΗΠΑ) μετατρέπεται σταδιακά σε πολυπολική (Ρωσία, Κίνα, ΕΕ κλπ). Όμως, ανεξάρτητα από την κατανομή της ισχύος, η ευρύτερη περιοχή μας (Μέση Ανατολή, Βόρεια Αφρική, Καύκασος) αναδεικνύεται ένα από τα σημαντικότερα κέντρα συμφερόντων αλλά και αστάθειας.

Στην φάση αυτή, η χώρα μας πρέπει και μπορεί να αναβαθμίσει τον ρόλο της στην περιοχή διεκδικώντας τα συμφέροντά της (ενέργεια, ναυσιπλοΐα, διεθνές εμπόριο κλπ) για να μην καταλήξει για άλλη μια φορά, ο «δεδομένος» φτωχός και υπάκουος μακρινός συγγενής.