Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

περί διαγραφής των χρεών

Η αρχή της δημιουργίας του πρώτου χρέους χάνεται στα βάθη της ιστορίας, καθώς η έννοια του χρέους είναι συνυφασμένη με τη ανθρώπινη δραστηριότητα.

Τα πρώτα χρέη εκτιμάται ότι άρχισαν να εμφανίζονται παράλληλα με την εμφάνιση της γεωργίας και την μόνιμη εγκατάσταση των πρωτόγονων ανθρώπων (περίπου 10.000 π.Χ.) καθώς η μέχρι τότε νομαδική ζωή χαρακτηριζόταν από το ομαδικό κυνήγι και το μοίρασμα της τροφής σε όλα τα μέλη της ομάδας. Η ανάπτυξη της γεωργίας εμφάνισε τα πρώτα σημεία άνισης κατανομής της τροφής, καθώς κάποιοι από τους πρώτους αγρότες ήταν παραγωγικότεροι από τους υπόλοιπους ή είχαν στην διάθεση τους περισσότερη γη ή εργαλεία, με αποτέλεσμα αυτοί να έχουν πλεόνασμα τροφής και κάποιοι άλλοι έλλειμμα. Αυτή η ανισότητα οδήγησε μάλλον στα πρώτα δάνεια (τροφής) και άρα στα πρώτα χρέη.

Η διαγραφή των χρεών ήταν επίσης μία πρακτική που χάνεται στα βάθη της ιστορίας, καθώς εξισορροπούσε τις ανισότητες και απέτρεπε συγκρούσεις μέσα στην κοινότητα, ειδικά όταν οι οφειλέτες θεωρούσαν ότι το χρέος ήταν προϊόν αυθαιρεσίας η αδικίας.

Ακόμα και η λέξη χρέος, είναι λέξη που ανάγεται στην κλασική αρχαιότητα και παράγεται από το αρχαίο απρόσωπο ρήμα χρη, από το οποίο προέρχονται και οι λέξεις χρήμα, χρήσιμος, χρησιμοποιώ κλπ αλλά και η λέξη χρεοκοπία, ως παράγωγο του χρέους, όπως και οι λέξεις χρεόγραφο, χρεολύσιο, χρεοστάσιο κλπ. Αντίστοιχα, η έννοια του χρέους εμφανίζεται αρκετά πρώιμα και στα λατινικά με την λέξη fallere, με καταγωγή από το ελληνικό σφάλλω, από την οποίαν προέρχονται η ιταλική fallire – fallimento , η αγγλική default κλπ.

Τα χρέη αυξάνονται με την επινόηση του τόκου (τίκτω = γεννώ) που συναντάται ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ. στην Μεσοποταμία και αποδίδεται στον κίνδυνο μη επιστροφής του χρέους από τον οφειλέτη αλλά υποκρύπτει την ανθρώπινη απληστία και διάθεση απόκτησης πλούτου. Το ύψος του τόκου οριζόταν αυθαίρετα από τον δανειστή, βασιζόμενος στο μέγεθος της ανάγκης του δανειζόμενου και εύκολα δημιουργούσε την αίσθηση της αδικίας στους οφειλέτες και την έννοια του επαχθούς χρέους.

Τα χρέη μεταξύ των ιδιωτών πολλαπλασιάζονται με την επινόηση του χρήματος ως μέσου ανταλλαγής αγαθών (Αργος 7ος π.Χ. αιώνας) καθώς διευκολύνεται ο δανεισμός χρήματος, δηλαδή νομισμάτων, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για πολλαπλούς σκοπούς. Όμως το χρήμα (νόμισμα) δεν έχει σταθερή ισοτιμία με συγκεκριμένα αγαθά (πχ. μία κότα, ένα κιλό σιτάρι) και η κάθε μείωση της ζήτησης αγαθών (πχ. λόγω υπερπαραγωγής) μείωνε την αντιστοιχία τους σε χρήμα και συνοδευόταν από αδυναμία πληρωμής των χρεών.

Η αύξηση των χρεών αφορούσε συνήθως μία ολόκληρη κοινωνική ομάδα (πχ. αγρότες) ή φυλή (άγονη περιοχή) και σχετιζόταν με κλιματικές ή γεωπολιτικές αλλαγές (μετακινήσεις πληθυσμών, πόλεμοι) με αποτέλεσμα να δημιουργούνται κατά περιόδους μεγάλες ομάδες εξαθλιωμένων οφειλετών που είχαν την πεποίθηση του επαχθούς και άδικου χρέους. Στις περιπτώσεις αυτές η εξέγερση και η διάρρηξη του κοινωνικού ιστού ήταν πολύ κοντά.

Η διαγραφή των χρεών τα αρχαία χρόνια γινόταν με διατάγματα που εξέδιδαν οι κυβερνήτες (φύλαρχοι, βασιλείς, αυτοκράτορες κλπ) και αφορούσαν είτε χρέη ιδιωτών προς την κοινότητα - κράτος (αδυναμία πληρωμής φόρων) είτε χρέη μεταξύ ιδιωτών. Οι αιτιολογίες που χρησιμοποιούσαν οι κυβερνήτες για την διαγραφή των χρεών, κυμαίνονταν από θρησκευτικές επιταγές (φιλευσπλαχνία, αλληλεγγύη) ή θεόσταλτα φυσικά φαινόμενα έως και επίκληση αδικίας εκ μέρους των δανειστών, όμως η πραγματική αιτία ήταν η ο κατευνασμός και η διαφύλαξη της κοινότητας-κράτους από εξεγέρσεις των οφειλετών οι οποίες μπορεί να έθιγαν ακόμα και την εξουσία τους.

Τα αρχαία χρόνια, η διαγραφή χρεών ήταν συνυφασμένη με την απελευθέρωση των δούλων από χρέη, καθώς η απώλεια της ελευθερίας και η μετατροπή του οφειλέτη σε δούλο του δανειστή, ήταν συνηθισμένη πρακτική σε πολλές περιοχές του αρχαίου κόσμου.

Οι πρώτες αναφορές σε διαγραφές χρεών και απελευθέρωση δούλων λόγω χρεών συναντώνται στην Μεσοποταμία ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ. Ο κώδικας της Νούζι, γραμμένος σε σφηνοειδή γραφή, ορίζει τα 50 έτη ως το ανώτατο διάστημα δουλείας που μπορεί να δουλεύει κάποιος για χρέη στην αρχαία Βαβυλώνα.

Ο κώδικας του Χαμουραμπί (1792-1750 π.Χ. ) περιλαμβάνει κεφάλαια που αφορούν στον διακανονισμό των χρεών με την δουλεία, ορίζοντας τον χρόνο δουλείας ανάλογα με το ύψος και το είδος του χρέους, τον οποίον μειώνει στο μισό σε σχέση από ότι εφαρμοζόταν έως τότε.

Ο μεταγενέστερος Βαβυλώνιος βασιλεύς Αμισσαντούκα (1646-1626 π.Χ) με διάταγμά του, που αναφέρεται ως «πράξη δικαιοσύνης και αμεροληψίας», χαρίζει τα χρέη των υπηκόων της χώρας, απελευθερώνει τους δούλους και επιστρέφει τις ιδιοκτησίες στους αρχικούς τους ιδιοκτήτες.

Οι Εβραίοι είχαν θεσπίσει το Ιωβηλαίο έτος, το οποίο γιόρταζαν κάθε 50 χρόνια και κατά την διάρκεια του απελευθερωνόταν όλοι οι δούλοι και επέστρεφε στους ιδιοκτήτες η περιουσία που είχε υποθηκευτεί τα προηγούμενα 50 χρόνια για χρέη. Στόχος του Ιωβηλαίου ήταν να διατηρήσει άθικτη την περιουσία και τον πληθυσμό της κάθε φυλής του Ισραήλ από την πιθανή επικυριαρχία της διπλανής φυλής λόγω δυσπραγίας ή ακόμα και ανικανότητας, αποφεύγοντας έτσι τις πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ των φυλών.

Αντίστοιχα, οι Φαραώ της Αιγύπτου είχαν θεσπίσει απελευθερώσεις δούλων και διαγραφές χρεών των υπηκόων ήδη από τον 16ο π.Χ. αιώνα, τις οποίες συναρτούσαν με την πορεία της βασιλείας του κάθε Φαραώ. Έτσι, μία επιτυχημένη, οικονομικά και στρατιωτικά, βασιλεία ενός Φαραώ για 12 χρόνια, σηματοδοτούσε διαγραφή χρεών και απελευθερώσεις δούλων κατά τον 13ο έτος της βασιλείας του.

Στην Ελλάδα, διαγραφές χρεών πραγματοποιήθηκαν για πρώτη φορά το 592 π.Χ. με τα επανορθωτικά μέτρα (σεισάχθεια) του Σόλωνα, στην προσπάθειά του να σταματήσει τις εξεγέρσεις των υπερχρεωμένων ακτημόνων και μικροεπαγγελματιών εναντίον των ευγενών και να διατηρήσει άρρηκτο τον κοινωνικό ιστό. Η νομοθεσία του Σόλωνα, εκτός από τη σεισάχθεια, περιελάμβανε και άλλα μέτρα που αφορούσαν την πολιτική, νομοθετική και εκτελεστική εξουσία, βάζοντας τα θεμέλια της άμεσης δημοκρατίας που ακολούθησε με την νομοθεσία του Κλεισθένη το 508 π.Χ. Η σεισάχθεια του Σόλωνα, απετέλεσε την πρώτη συστηματική και συνολική νομοθεσία περί διαγραφής των χρεών όλων των ιδιωτών προς το δημόσιο ή άλλους ιδιώτες καθώς και την κατάργηση του θεσμού του δανεισμού με εγγύηση το σώμα (προσωπική ελευθερία) που είχε μετατρέψει μεγάλο μέρος των ακτημόνων και βιοτεχνών σε δούλους των ευγενών.

Η σεισάχθεια δημιούργησε για κάποιο διάστημα, ένα καινούργιο ήθος μεταξύ των Αθηναίων πολιτών οι οποίοι θεωρούσαν πλέον τον δανεισμό με τόκο ως ανήθικη πράξη, ανάξια ελευθέρων πολιτών και υιοθέτησαν τον άτοκο έρανο μεταξύ φίλων και γνωστών ως τρόπο επίλυσης των προβλημάτων ρευστότητας των συμπολιτών τους. Η επιστροφή των χρημάτων επαφίονταν στην θέληση του δανειζόμενου, όμως καθόριζε την εικόνα του στην Αθηναϊκή κοινωνία. Είναι χαρακτηριστική για την εποχή, η έκφραση του Αριστοτέλη ότι το χρήμα επινοήθηκε για τις ανταλλαγές και όχι τον πολλαπλασιασμό του.

Μετά την εφαρμογή του στην Αθήνα, ο θεσμός της σεισάχθειας μεταφέρθηκε και στον υπόλοιπο Ελληνικό κόσμο και εφαρμόσθηκε κατά περίπτωση, συνήθως σε ενθρονίσεις βασιλέων ή σε κρίσιμες εθνικές και κοινωνικές στιγμές. Χαρακτηριστική περίπτωση, αυτή του βασιλιά της Μακεδονίας Περσέα, ο οποίος με την άνοδο του στον θρόνο το 179 π.Χ. προχώρησε σε διακήρυξη περί αποκατάστασης των δραπετών και εξόριστων χρεοφειλετών.

Στην Σπάρτη, το πολιτικό και κοινωνικό αδιέξοδο που δημιουργήθηκε τον 3ο π.Χ. αιώνα, από την σταδιακή απώλεια της γης λόγω χρεών και την συσσώρευση της μόλις στο 15% των ομοίων, αντιμετωπίσθηκε με διαγραφή χρεών των ακτημόνων ομοίων και αναδασμό της γης.

Διαγραφές χρεών εφαρμόσθηκαν και στην Ρώμη, ξεκινώντας από τον Λικίνιο (250 – 325 π.Χ.), ο οποίος εφάρμοσε τα πρώιμα ρωμαϊκά χρόνια, την «σεισάχθεια του Σόλωνα», που προτάθηκε από λόγιους Ρωμαίους, μελετητές της Ελληνικής πραγματείας.

Αρκετά χρόνια αργότερα και μετά την κατάκτηση της Ελλάδος από τους Ρωμαίους, διαγραφή χρεών εφαρμόσθηκε από τον Νέρωνα, ο οποίος ακύρωσε την φορολογία των Ρωμαίων πολιτών, όταν ανήλθε στον θρόνο, το 50 π.Χ. , ενώ ο αυτοκράτωρ Αδριανός (76-138 μ.Χ.) προχώρησε ακόμα περισσότερο, θεσπίζοντας την παραγραφή των χρεών κάθε 15 χρόνια και την ρίψη στη φωτιά των λογαριασμών των χρεών, σε ειδική τελετή που γινόταν στην ρωμαϊκή αγορά.

Η έλευση του χριστιανισμού και αργότερα του ισλαμισμού, βάζουν νέες βάσεις στον δανεισμό και κυρίως στον τόκο, που και οι δύο θρησκείες αποστρέφονται. Είναι χαρακτηριστικό, ότι οι πρώτοι χριστιανοί καταδίκαζαν κάθε εισόδημα που δεν προερχόταν από προσωπική εργασία και πίστευαν ότι ο φιλεύσπλαχνος χριστιανός δίνει, δεν δανείζει.

Την Βυζαντινή περίοδο, οι διαγραφές χρεών των υπηκόων προς την αυτοκρατορία ήταν αρκετά συχνές ιδίως μετά από περιόδους εξαντλητικής φορολόγησης εξ’ αιτίας πολέμων ή κακοδιαχείρισης που έφερναν τους υπηκόους στα όρια της εξέγερσης. Μόνο στην πρώιμη Βυζαντινή περίοδο (324 – 610 μ.Χ) σημειώθηκαν στην αυτοκρατορία, πάνω από 90 λαϊκές εξεγέρσεις καταχρεωμένων αγροτών, με σημαντικότερες αυτές της Καισαρείας (370 μ.Χ.) και της Αντιόχειας (387 μ.Χ.). Κατά πολλούς, η πιο βίαιη λαϊκή εξέγερση των Βυζαντινών χρόνων, η στάση του Νίκα (532 μ.Χ) με χιλιάδες νεκρούς, υπέκρυπτε την αντίδραση των υπηκόων της αυτοκρατορίας, να καταβάλλουν σειρά νέων φόρων που είχε θεσπίσει ο Ιουστινιανός.

Καθώς η δουλεία είχε καταργηθεί στο Βυζάντιο, ήδη από τον 7ο αιώνα, η αγωνία των αγροτικών πληθυσμών ήταν να μην περιέλθουν, λόγω χρεών στην κατάσταση της δουλοπαροικίας. Ακόμα και τα θρησκευτικά φαινόμενα της εποχής (αιρέσεις) πολλές φορές εξέφραζαν την κοινωνική διαμαρτυρία των άγρια καταπιεζόμενων αγροτικών πληθυσμών απο τους τοπικούς γαιοκτήμονες. Ετσι, οι διαγραφές χρεών την Βυζαντινή περίοδο αφορούσαν κυρίως τους αγρότες και θεσπίζονταν κεντρικά ή τοπικά, συνήθως μετά από φυσικές καταστροφές που οδηγούσαν τους αγρότες σε αδυναμία πληρωμής. Η πολιτική αυτή όμως είχε βασικό στόχο την αποτροπή δημιουργίας ισχυρών γαιοκτημόνων (στους οποίους κατέληγαν, λόγω χρεών, τα κτήματα των αγροτών και οι ίδιοι ως δουλοπάροικοι) που μπορεί να αποδυνάμωναν την κεντρική εξουσία της αυτοκρατορίας. Οι διαγραφές αυτές συνεπικουρούταν από την χριστιανική ταυτότητα της αυτοκρατορίας και την φιλευσπλαχνία και αλληλεγγύη που έδειχναν οι ελέω θεού αυτοκράτορες στους χριστιανούς.

Παράλληλα με τις διαγραφές χρεών των υπηκόων, στην Βυζαντινή περίοδο ήταν συνηθισμένη και η αντίστροφη πρακτική, δηλαδή η διαγραφή των χρεών της αυτοκρατορίας προς τους υπηκόους, συνήθως εύπορους γαιοκτήμονες ή την εκκλησία, που υποχρεωτικά δάνειζαν την κεντρική εξουσία σε ειδικές συνθήκες (πόλεμοι, λιμοί κλπ). Οι πρακτικές αυτές, οδήγησαν μερικές φορές σε τραγικά αποτελέσματα, όπως τον 11ο αιώνα, όπου η παρατεταμένη αντιπαράθεση των φεουδαρχών της Μ.Ασίας με την κεντρική εξουσία, για το φορολογικό σύστημα και την κατάργηση της δουλοπαροικίας (συνηθισμένη κατάσταση λόγω χρεών), οδήγησε σε παράλυση της αυτοκρατορίας και την τραγική ήττα στην μάχη του Ματζικέρτ (26/8/1071) που άνοιξε τον δρόμο της τουρκικής κυριαρχίας.

Η έλλειψη βούλησης από πλευράς κεντρικής εξουσίας, να διαγράψουν ή αλαφρύνουν τα χρέη των υπηκόων τους, είχε πολλές φορές στην ιστορία τραγικά αποτελέσματα και σημαντικές γεωστρατηγικές συνέπειες. Τα ύστερα βυζαντινά χρόνια και ενώ είχε αρχίσει η τούρκικη διείσδυση στην περιοχή, η αδυναμία καταβολής των υπέρογκων φόρων, οδήγησε από τον 10ο αιώνα μ.Χ και μετά, πολλούς υπηκόους των ανατολικών θεμάτων της Βυζαντινής αυτοκρατορίας στον εξισλαμισμό και εκτουρκισμό, λόγω της χαμηλής φορολογίας που είχαν θεσπίσει οι Σελτζούκοι, με αποτέλεσμα να ενταχθούν στο Σουλτανάτο των Ρουμ, ολόκληρες περιοχές της αυτοκρατορίας, αποδυναμώνοντας την, παραγωγικά και στρατιωτικά.

Αντίστοιχα φαινόμενα παρατηρούνται την ίδια περίοδο και στην φεουδαλική δύση, όπου οι κατά τόπους άρχοντες (βαρόνοι, μαρκήσιοι κλπ) δηλώνουν πίστη, και άρα φόρου υποτελείς, στον βασιλιά που τους διασφάλιζε καλύτερα τα προσωπικά τους συμφέροντα, ανεξάρτητα από την τύχη των υπηκόων τους (άδικη φορολογία, συνεχείς στρατεύσεις κλπ). Η εξαθλίωση των υπηκόων και η αυθαιρεσία των φεουδαρχών-αρχόντων είναι η χαρακτηριστική κατάσταση της μεσαιωνικής δύσης που διακόπτεται από διαλείμματα μεγαλοψυχίας των αρχόντων (φοροαπαλλαγές) που παρατηρούνται κυρίως μετά από λιμούς ή φυσικές καταστροφές που απειλούσαν ακόμα και την ίδια την επιβίωση των υπηκόων τους.

Από την αρχή της ιστορίας έως τον ύστερο μεσαίωνα οι εκάστοτε κυβερνήτες (φύλαρχοι, βασιλείς, αυτοκράτορες κλπ) προσπαθούσαν αδιάκοπα να βρουν την ισορροπία ανάμεσα στην συγκέντρωση του πλούτου της περιοχής (φυσικού, ανθρώπινου) και του ορίου εξέγερσης των υπηκόων τους που πιθανώς να οδηγούσε στην ανατροπή της εξουσίας τους. Την ισορροπία αυτή διατηρούσαν καθώς συνήθως ένα άτομο (βασιλιάς) έλεγχε και την εξουσία (νομοθετική-εκτελεστική) και τον πλούτο της περιοχής.

Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει από το 12ο μ.Χ. αιώνα, όταν οι Ενετοί και Φλωρεντιανοί έμποροι επινόησαν το τραπεζικό σύστημα με τη σημερινή του μορφή, όπου σταδιακά, τους επόμενους αιώνες, τα ιδιωτικά χρέη των πολιτών περνούν από τον επώνυμο δανειστή (βασιλιάς- γαιοκτήμονας) στον ανώνυμο καταθέτη της τράπεζας, εναντίον του οποίου ήταν δυσκολότερο να εξεγερθούν οι οφειλέτες. Οι εγγυήσεις-υποθήκες νομιμοποιούνται και οι κατασχέσεις εκτελούνται από τα επίσημα όργανα του κράτους και όχι από τον απεχθή δανειστή γαιοκτήμονα. Η πρακτική των διαταγμάτων των βασιλέων για διαγραφή των χρεών ιδιωτών προς ιδιώτες έχει πλέον τελειώσει. Όχι όμως και οι εξεγέρσεις.

Τα αρχικά βήματα αστικοποίησης του τέλους του 13ου αιώνα, στην Βενετία και την Φλάνδρα δημιουργούν τους πρώτους αστικούς πληθυσμών εργατών, οι οποίοι με την παραμικρή κρίση παραγωγής βυθίζονται στα χρέη. Μία τέτοια κρίση, προκάλεσε γενική εξέγερση των καταχρεωμένων εργατών της Φλάνδρας και οδήγησε, μετά την νικηφόρα μάχη των χρυσών σπιρουνιών το 1302 μ.Χ., στην ανεξαρτησία της Φλάνδρας από τον Γάλλο βασιλιά Φίλιππο τον Δ’.

Η ανάπτυξη του καπιταλισμού, τον 19ο αιώνα, δίνει μια νέα θέση στο πιστωτικό κεφάλαιο και στον τόκο και ευνοεί τη δημιουργία χρέους. Ο δανεισμός με τόκο δεν στιγματίζεται πια σαν ανήθικη πράξη και η τοκοφορία (αντικαθιστά την τοκογλυφία) βρίσκεται πια σε αρμονία με την νέα τάξη πραγμάτων όπου ο δανειζόμενος δημιουργεί υπεραξία από το κεφάλαιο που δανείσθηκε και άρα μπορεί να αποπληρώσει τον τόκο και το χρέος. Το χρέος μετατρέπεται από στοιχείο ανέχειας, σε εργαλείο ανάπτυξης.

Οι λαοί αποδέχονται τους νέους κανόνες του παιχνιδιού και οι διαγραφές χρεών, όχι μόνο περιορίζονται αλλά όταν συμβαίνουν, στηλιτεύονται ως δείγμα αδικίας και ανισότητας απέναντι στους συνεπείς οφειλέτες. Από τότε έως σήμερα, οι διαγραφές χρεών επικεντρώνονται μόνο στις οφειλές προς το κράτος ή κρατικές τράπεζες και αφορούν πια συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες (πχ. αγρότες) ή πολίτες που επλήγησαν από φυσικές καταστροφές και χαρακτηρίζονται ως έκφραση της αλληλεγγύης του κοινωνικού κράτους προς τους πολίτες του.

Το τέλος του 20ου αιώνα βρίσκει τον καπιταλισμό νικητή και μοναδικό οικονομικό μοντέλο διαχείρισης του παγκόσμιου πλούτου, ευνοώντας τον μετασχηματισμό του. Ο παγκοσμιοποιημένος νεοφιλελευθερισμός είναι πια γεγονός και το χρέος είναι πια εργαλείο του. Η δημιουργία χρεών ευνοείται καθώς δημιουργούνται νέα χρηματοπιστωτικά προϊόντα (παράγωγα) τα οποία στηρίζονται στην αποπληρωμή των χρεών. Τα χρέη πολλαπλασιάζονται και αποφέρουν μεγάλα κέρδη, με την προϋπόθεση ότι πληρώνονται. Φυσικά, καμία σκέψη για διαγραφές χρεών. Το χρέος πια, μετατρέπεται από εργαλείο ανάπτυξης σε μέσο πλουτισμού.

Την συνέχεια την γνωρίζουμε όλοι, καθώς σήμερα δεν χρωστάνε εξαθλιωμένοι χωρικοί σε πλούσιους γαιοκτήμονες αλλά τα ανεπτυγμένα και πλούσια κράτη στους πολίτες τους, καθώς οι απρόσωπες «αγορές» ανακύκλωναν δεκάδες φορές τα λεφτά των πολιτών (ασφαλιστικά ταμεία, ασφαλιστικές εταιρείες, καταθέσεις, δάνεια κλπ), δημιουργώντας χρεόγραφα χωρίς πραγματικό αντίκρισμα. Τα κράτη, όχι μόνο χρωστάνε στους πολίτες τους, αλλά από αυτούς φιλοδοξούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους (αύξηση φορολογίας, μείωση κοινωνικού κράτους κλπ). Ένας φαύλος κύκλος που κάποιοι επινόησαν για να κερδοσκοπήσουν.

Και έτσι, οι διαγραφές των χρεών επανέρχονται στο προσκήνιο με τραγικό τρόπο, διότι αυτή την φορά, εμείς θα πρέπει να διαγράψουμε τα χρέη που δημιούργησαν οι ισχυροί στο όνομα μας χωρίς να το γνωρίζουμε.

Πως άραγε θα το χειρισθούνε οι πολίτες; θα σιωπήσουν και θα υποθηκεύσουν το μέλλον των παιδιών τους ή θα οδηγηθούν σε αυτό που πάντα έκαναν όταν αυτοί χρωστούσαν;

Η ιστορία θα δείξει!

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2011

σεισάχθεια

Στις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα, η μεγαλύτερη και πλουσιότερη πόλη της αρχαίας Ελλάδος βρισκόταν σε αναβρασμό. Η Αθήνα βίωνε καθημερινά βίαιες εξεγέρσεις των πολιτών εναντίον των ευγενών, που συχνά κατέληγαν σε προπηλακισμούς, καταστροφές περιουσιών, ακόμα και δολοφονίες.

Οι αυθαιρεσίες των ευγενών στο επίπεδο της διακυβέρνησης αλλά και της οικονομίας, είχαν οδηγήσει τα φτωχά λαϊκά στρώματα και την μεσαία τάξη στα όρια της εξαθλίωσης. Το 1/5 των ακτημόνων και μικροκαλλιεργητών είχαν περιέλθει σε κατάσταση δουλείας στους ευγενείς σύμφωνα με τον θεσμό του δανεισμού με εγγύηση το σώμα, ενώ μεγάλο ποσοστό των μικροεμπόρων και μικροβιοτεχνών αδυνατούσαν να επιβιώσουν. Παράλληλα με την φτώχια, το σύστημα διακυβέρνησης απέκλειε την συμμετοχή όσων δεν είχαν αριστοκρατική καταγωγή, ακόμα και των εύπορων εμπόρων και βιοτεχνών οι οποίοι είχαν πλουτίσει από το εμπόριο με τις αποικίες. Τα φτωχά λαϊκά στρώματα κατέφευγαν συχνά στην κλοπή για να επιβιώσουν, ενώ οι ευγενείς προσπαθώντας να διατηρήσουν την εξουσία τους κατέφευγαν στην αυθαιρεσία, την διαφθορά και την καταστολή.

Η κατάσταση έφτασε σε αδιέξοδο την άνοιξη του 594 π.Χ. και στην Αθήνα κυβερνούσε το χάος. Και δεν ήταν η πρώτη φορά.

Λίγα χρόνια πριν, το 624 π.Χ., ο Κύλων προσπάθησε ανεπιτυχώς να εγκαθιδρύσει στην πόλη τυραννία, εκμεταλλευόμενος την έντονη λαϊκή δυσαρέσκεια εναντίον των ευγενών. Η τυραννία απετράπη και οι Θεσμοθέτες ανέθεσαν στον Δράκοντα να συντάξει νέα νομοθεσία η οποία είναι και η πρώτη γραπτή νομοθεσία της αρχαίας Ελλάδος. Οι νόμοι του Δράκοντα ήταν ιδιαίτερα σκληροί και απάνθρωποι, καθώς τιμωρούσαν με θάνατο ακόμα και μικροκλοπές, και οδήγησαν ακριβώς στο αντίθετο αποτέλεσμα εντείνοντας την λαϊκή κατακραυγή και τις εξεγέρσεις.

Ήταν προφανές ότι το σύστημα διακυβέρνησης της Αθήνας είχε φτάσει στα όρια του, παρ’ όλο που θεωρούταν το προοδευτικότερο και φιλολαϊκότερο της εποχής.

Η Αθήνα από τον 11ο π.Χ. είχε αντικαταστήσει τον θεσμό της βασιλείας με αυτό της αριστοκρατίας, όπου κυβερνούσε μία τάξη ευγενών-γαιοκτημόνων (Ευπατρίδες) οι οποίοι κατείχαν τα μεγάλα αγροκτήματα της Αττικής. Οι ευγενείς κυβερνούσαν την Αθήνα μέσω του σώματος του Αρείου Πάγου, στο οποίο συμμετείχαν μόνο ευγενείς και το οποίο επέλεγε τους 3 άρχοντες της πόλης οι οποίοι ασκούσαν την εκτελεστική εξουσία.. Αντίστοιχα, η νομοθετική εξουσία ασκούταν από τους 6 Θεσμοθέτες, οι οποίοι εκλεγόταν επίσης από την αριστοκρατία της πόλης.

Ο θεσμός της αριστοκρατίας λειτούργησε επιτυχημένα για αρκετούς αιώνες, καθώς έδινε κάποια επίφαση «δημοκρατικής» λειτουργίας σε σχέση με την απόλυτη μοναρχία που κυριαρχούσε στον κόσμο την εποχή εκείνη, αλλά κυρίως γιατί συνοδεύτηκε από την μεγάλη οικονομική ανάπτυξη που έφερε η δημιουργία αποικιών σε όλη την Μεσόγειο. Από τον 7ο π.Χ. αιώνα και μετά, οι αποικίες αρχίζουν να απεξαρτούνται από τις μητροπόλεις τους, δημιουργώντας ανεξάρτητες πόλεις-κράτη και αποκόπτοντας την ροή πλούτου προς αυτές. Αυτό δημιουργεί στις μητροπόλεις, όπως η Αθήνα, σημαντικό δημοσιονομικό πρόβλημα, καθώς μεγάλο μέρος του πλούτου τους προερχόταν από τις αποικίες.

Και εκεί αρχίζει το πρόβλημα. Οι ευγενείς προσπαθούν να διατηρήσουν τα προνόμια τους πιέζοντας τα μεσαία και λαϊκά στρώματα, τα οποία καλούνται να επιβιώσουν στα όρια της εξαθλίωσης. Και όταν η πίεση ξεπερνά κάποιο επίπεδο, αρχίζει η αντίδραση. Οι ακτήμονες απαιτούν αναδασμό της γης και οι μικροέμποροι -μικροβιοτέχνες άρση των οικονομικών προνομίων των ευγενών. Και για να γίνει αυτό, όλοι απαιτούν συμμετοχή στην διακυβέρνηση.

Και έτσι φυτεύτηκαν οι πρώτοι σπόροι της δημοκρατίας.

Το πρόβλημα κλήθηκε να λύσει ο Σόλων, γόνος πλούσιας και αριστοκρατικής οικογένειας, γνωστός και αγαπητός στους Αθηναίους από το ποιητικό του έργο και την συμβολή στην ανακατάληψη της Σαλαμίνας από τους Μεγαρείς.

Τα μέτρα που θέσπισε ο Σόλων ήταν τολμηρά και δραστικά, αντικατοπτρίζοντας το μέγεθος της κρίσης που περνούσε η Αθηναϊκή κοινωνία και σηματοδότησαν την αρχή της διαμόρφωσης της Αθηναϊκής άμεσης δημοκρατίας. Το σύστημα διακυβέρνησης που πρότεινε ο Σόλων βασίστηκε στην αρχή της "δίκαιης ανισότητας" και είχε στόχο την "ευνομία" δηλαδή την επιδίωξη να συμμετέχουν όλοι οι πολίτες στην διαμόρφωση και τήρηση των νόμων και την καταστολή των παρανομιών.

Για να το πετύχει αυτό, θέσπισε μέτρα επανόρθωσης, αλλαγές στην σύσταση του εκλογικού σώματος με διεύρυνση της λαϊκής κυριαρχίας και εκδημοκρατισμό της δικαιοσύνης.

Οι πολίτες χωρίσθηκαν σε 4 τάξεις, ανάλογα με τα εισοδήματα τους (τιμοκρατικό σύστημα) απαλείφοντας το στεγανό της καταγωγής και η κάθε τάξη καθορίσθηκε να ασκεί κάποια συγκεκριμένα αξιώματα. Η λαϊκή κυριαρχία διασφαλίσθηκε με την θέσπιση της «εκκλησίας του δήμου» ως σώμα με αυξημένες αρμοδιότητες ενώ η δικαιοσύνη εκδημοκρατίστηκε, δίνοντας πρόσβαση σε κάθε πολίτη στον Αρειο Πάγο και ιδρύοντας την Ηλιαία, λαϊκό δικαστήριο με πολλά μέλη.

Τα σημαντικότερα όμως μέτρα για την αποφόρτιση της κατάστασης ήταν τα μέτρα της επανόρθωσης, που ονομάσθηκαν σεισάχθεια από το σείω (αποτινάσω) + άχθος (βάρος), δηλαδή αποτίναξη βαρών και περιλάμβαναν πλήρη διαγραφή των χρεών όλων των ιδιωτών προς το δημόσιο ή άλλους ιδιώτες καθώς και την κατάργηση του θεσμού του δανεισμού με εγγύηση το σώμα (προσωπική ελευθερία) που είχε μετατρέψει μεγάλο μέρος τω ακτημόνων και βιοτεχνών σε δούλους των ευγενών.

Οι νόμοι του Σόλωνα δημοσιεύθηκαν δύο χρόνια αργότερα, το 592 π.Χ. και επέδρασαν θετικά στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική εξέλιξη της Αθήνας, ως ένα πρώτο στάδιο του εκδημοκρατισμού των θεσμών της κοινωνίας. Το βασικότερο όλων είναι ότι απέτρεψαν την εμφύλια διαμάχη που ποτέ πια δεν εκφράσθηκε στην αρχαία Αθήνα ως αντιπαράθεση τάξεων, ενώ η συμμετοχή των πολιτών διασφάλισε την ισονομία και ισοπολιτεία στην οποία στηρίχθηκε η Αθηναϊκή δημοκρατία